Σελίδα:Ιστορία του ρε της Σκωτίας με την ρήγισσα της Εγγλητέρας.pdf/26

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
[217—234]
—12—


Καὶ σιγαλὰ καὶ φρόνιμα ’σέβα στὸ περιβόλι[1]·
Τοὺς δουλευτάδες κύτταξε ἵνα κοιμοῦνται ὅλοι,
Καὶ εἰς τὴν πρώτη κάμαρα ζερβὰ γιὰ νὰ γυρίσῃς,
Νὰ βρῇς τὴν τζαμπρὰν[2] τὴν χρυσὴν, καὶ βλέπε μὴ ἀστοχήσῃς,
Καὶ παραμπρὸς στρέφε δεξιὰ νὰ ἰδῇς ζωγραφισμένη,
Τὴν κάμαραν τὴν θαυμαστὴν, τὴν καταχρουσειωμένη.
Καὶ θὲς ἰδεῖ τὴν κλίνην μου ἐμμορφοστολισμένην,
Ὅλη μὲ χρυσοφάντιστα[3] πῶς ἔναι σκεπασμένη.
Καὶ ζύγωσε καὶ πιάσε με ’κ τὸ χέρι, ξύπνισέ με,
Ἀγκάλιασε καὶ σφίξε με, καὶ καταφίλησέ με.
Ἀφέντης ἐκείνην τὴν βραδυὰ ἦλθεν ἐκ τὸ κυνήγι,
Ὑπῆγεν εἰς τὸ κρεββάτι του, μὲ τὴν ῥηγίνα σμίγη.
Καὶ πέσε νὰ ἀποκοιμηθῇ, γιατ’ ἦτον κοπιασμένος,
Εἰς τὸ κυνήγι πάντοτε ὡς κακοπαθημένος·
Ὁ νιὸς κατὰ τὴν ὀρδινιὰ ἔσωσε[4] στὸ κρεββάτι,
Καὶ ἅπλωσε τὸ χέρι του, καὶ τὴν κυρὰν εκράτει.
Ἁπλώνει ’ς μιὸ ἡ ῥήγισσα, πιάνει τον ἐκ τὸ χέρι[5]·
Τὸν ῥήγα γλήγωρα ξυπνᾷ, καὶ τὴν δουλειὰν ἀναφέρει,

    missi, tanto mi tocca, che io mi svegli, ed io ti consolero di cosi lungo disio, come havuto hai.» — J’ai conservé l’orthographe de l’édition elzévirienne du Décaméron, Amsterdam, 1665.

  1. Περιβόλι, jardin; avec ce sens περιβόλι se trouve déjà dans Moschopoulos: «κῆπος, ὁ τῶν λαχάνων καὶ τῶν δένδρων, ἤγουν ὁ παράδεισος, καὶ τὸ νῦν κυρίως λεγόμενον περιβόλιον
  2. Τζαμπρά, chambre —R. française.
  3. Χρυσοφάντιστα, broderies d’or. — R. χρυσός, ὑφαντός.
  4. Ὀρδινιά, ordre. — R. latine ordo. — Id. Ἔσωσε, il arriva.
  5. Voici le texte de l’édit. de 1646: Ἀπλῶνει σμιει ἡ Ῥιγησα, πιανήτον ἐκτὸ χέρει.