Σελίδα:Ιστορία του ρε της Σκωτίας με την ρήγισσα της Εγγλητέρας.pdf/23

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
[155—176]
—9—

Πότε νὰ στρέψω νὰ ἰδῶ, κυρὰ, τὴν πρόσοψί σου,
Τὸ πρόσωπον τ’ ἀγγελικὸν τὸ ἔχει τὸ κορμί[1] σου·
Ὑπῆγα εἰς τὸν πατέρα μου, σκύφτω[2], παρακαλῶ τον,
Καὶ, σταυρωτὰ τὰ χέρια[3] μου, χάριν ἀναζητῶ τον,
Γιὰ νὰ μοῦ δώσῃ στάμενα νὰ κάμω ἐξοδία,
Νἄρθω νὰ ἰδῶ, αὐθέντρα μου, τὴν τόσην ἐμμορφία.
Πονώντας ὁ πατέρας μου διὰ τὴν ἐξορίαν,
Ποῦ βάλθηκα γιὰ νὰ εὐγῶ διὰ κακογνωμίαν,
Ἔκαμε πράγματα πολλὰ ποσῶς νὰ μὴν κινήσω,
Καὶ τὴν βουλὴν ὁπὤπιασα ὡς γιὰ νὰ τὴν ἀφήσω·
Εἶπέν με καὶ ἐκ στόματος πῶς ἔν’ ἀνδρειωμένος
Ὁ ῥήγας καὶ εἰς ὅλα του περισσιὰ προκομμένος.
Κ’ ἐγὼ τὸν ἀποκρίθηκα· χίλιαις φοραῖς τὴν ὥρα
Ὀρέγομαι τὸν θάνατον ἐκεῖ στὴν Ἐγγλητέρα,
Μόνον νὰ ἰδῶ καθολικὰ[4] τῆς ῥήγισσας τὰ κάλλη,
Τὰ ἤθη τὰ εὐγενικὰ, τὸ φρόνιμο κεφάλι.
Λέγει μου ὁ πατέρας μου· ὦ μάτια μου καὶ φῶς μου,
Δὲν ξεύρεις ἄλλο κάλλιο σου οὐδὲν ἔχω στὸν κόσμον;
Μόνον ἐσὲν παρηγοριὰ, στὸ γῆράς μου ἐλπίδα,
Καὶ ἀφήτις[5] ἐγεννήθηκες ποτὲ καλὸ δὲν εἶδα,
Μόνε φαρμάκια καὶ πικριαῖς, ἀγκοῦσα[6] καὶ τρομάραις,
Καὶ τώρη πάλιν μ’ ἔβαλες ’ς τόσαις βαρειαῖς ἀντάραις[7].

  1. Κορμί, corps. R. κορμός.
  2. Σκύφτω, je m'incline.
  3. Σταυρωτὰ χέρια, les mains jointes.
  4. Καθολικά, complétement.
  5. Ἀφήτις, depuis que.
  6. Ἀγκοῦσα, angoisse. R. ἄγχειν.
  7. Ἄνταρα, tracas.