Σελίδα:Η Βάρβιτος.pdf/83

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
—75—


Σὺ, ὅστις πάλαι βουληθεὶς
Τὸν κόσμον νὰ παράξῃς,
Εἶπας, κ’ ἐφάνησαν εὐθὺς
Ἡ γῆ, τῶν ἄστρων ἡ πληθὺς,
Τῶν Χερουβὶμ αἱ τάξεις.

Καὶ ὡς μελλόνυμφος βροχὴν
Σκορπίζων νομισμάτων,
Εἰς πᾶσάν των πτεροῦ πτυχὴν
Ἔῤῥιψας μ’ ἀφειδῆ ψυχὴν
Ζεύγη χρυσῶν ὀμμάτων.

Καὶ ὅταν τὰ προστάξῃς Σὺ
Ἐμπρός σου νὰ ταχθῶσι,
Οἱ τῶν πτερύγων των ταρσοὶ
Ὡς πολυέλαιοι χρυσοῖ
Τὸ φῶς ἀντανακλῶσι.

Καὶ τόση εἶναι τοῦ φωτὸς
Ἡ ἔλλαμψις ἐκείνη,
Ὥστε ἀδύνατον θνητὸς
Ἀπὸ μητέρα γεννητὸς
Αὐτὴν νὰ ὑπομείνῃ!