Σελίδα:Η Βάρβιτος.pdf/41

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
—33—


Καὶ ἄλλων θὰ φανῇς καιρῶν
Τὸ ὄνειρον καὶ σχῆμα,
Ὅταν κρατῇ πρὸς τὸν χορὸν
Ἀντίμολπον «Φῶς ἱλαρὸν»
Τὸ ἠχηρόν σου βῆμα.

Καὶ θὰ φοιτήσουν, ὦ Ναὲ,
Σ’ τ’ ἀρχαῖά σου τεμένη
Ὅσαι ἐκεῖν’ αἱ παλαιαὶ,
Τόσαι καὶ πλείους γενεαὶ,
Ὁ κόσμος ὅσον μένει.

Καὶ ἂν σεισμὸς ὡσὰν βαθὺ
Τὴν Πόλιν σχίσῃ μνῆμα,
Κ’ ἂν πῦρ τὴν κατανεμηθῇ,
Κ’ ἂν τοῦ Εὐξείνου ἐγερθῇ
Ἐπάνω της τὸ κῦμα·

Δὲν θὰ κλονήσῃ ὁ σεισμὸς
Τὸ στιβαρό σου δῶμα,
Θὰ σὲ φεισθῇ ὁ ἐμπρησμὸς,
Θὰ κλείσῃ ὁ κατακλυσμὸς
Τὸ βροντερόν του στόμα·

Ἔως οὗ ἔλθῃ ἡ στιγμὴ,
Κ’ οἱ χρόνοι πληρωθῶσι,
Καθ’ οὓς ἀρχαῖοι αἰνιγμοὶ
Καὶ ποιητῶν ὀνειρωγμοὶ
Πραγματοποιηθῶσι!