Σελίδα:Η Βάρβιτος.pdf/16

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
—8—


Εἶμ’ ἑξήκοντα ἥδη ἐτῶν,
Ἀλλὰ ὅταν εἰς σᾶς ἀτενίσω,
Ἐπεθύμουν ἀκόμα νὰ ζήσω
Ἔτη ἄλλα δὶς, τρὶς ἑκατόν!

Ἦλθες Μάρτιε, ἦλθες λοιπὸν
Κ’ ἐπρασίνισαν πάλιν οἱ κάμποι,
Καὶ τὸ βλέμμα τοῦ Ἔαρος λάμπει
Λάμπ’ εἰς ὅλην τὴν γῆν χαρωπόν.


Η ΠΑΝΤΕΧΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.


Ποῦ τῆς ἀπλήστου διανοίας
Ποῦ ὁ θνητὸς ὁ τολμητίας
Θέλει τοὺς τέρμονας ὁρίσει;
Μὲ τέχνην νέαν καθ’ ἡμέραν
Τῆς πρώην τερατωδεστέραν
Αὐτὸς αὑτὸν θαμβοῖ κ’ ἐκπλήσσει.

Γίγαντας ἔχει ἀοράτους
Δούλους πιστοὺς καὶ ἀκαμάτους,
Προθύμους εἰς τὰς προσταγάς του.
Ἀτμὸς, Ἠλεκτρισμὸς καλοῦνται,
Παντοῦ ἀγγέλλοντες ἱκνοῦνται
Τὰ κράτη καὶ τὰς ἐντολάς του.