Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 423.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
423

— Μικρότερος σὰν ἤμουνα τ’ ἀδέλφια μου
Ἀντὶ νὰ μ’ ἀγαπᾶνε, μὲ ζηλεύανε,
Μὲ πιάσανε μιὰ ’μέρα καὶ μὲ δέσανε,
Πραμματευτάδες ἔτυχε κ’ ἐδιάβαιναν
Καὶ μ’ ἔδοσαν νὰ πάρουν ’λίγα χρήματα…
Ἐσώπασε, τὰ μάτια του ’χαμήλωσε
Θυμήθηκε, τὴ μάννα, τὸν πατέρα του,
Κ’ ἕνα μεγάλο δάκρυ, διαμαντόπετρα
’Σ τὰ κρινομάγουλά του ’κύλισε γλυκά·
Τὸν κύτταζε μὲ πάθος ἡ Ζουλέϊκα,
Τρελὴ ἀγάπη ’ς τὴν καρδιά της ’κόλλησε
Κι’ ὁ λογισμός της ἔφευγε κ’ ἐπέταγε·
Σ’ τῇς σκλάβαις τῇς παρθέναις γύρῳ ἔγνεψε
Καὶ ν’ ἀερίζουν ἔπαψαν μὲ τὰ φτερὰ

Ἡ Νύχτα ἡ ζηλιάρα μὲ τ’ ἀστέρια της
’Σ τὸν οὐρανὸ σκορπιέται σὰν βασίλισσα
Μὲ πέτραις καὶ διαμάντια ’ς τὸ κεφάλι της.
Τὴν ἀδερφή της διώχνει τὴν ξανθόμαλλη,
Σκοτεινιασμένη κρύβει τῇς ἀγάπαις της,
Σκεπάζει μὲ σκοτάδι τῇς πεντάμορφαις
Καὶ τριγυρνᾶ σὰν μάγισσα θεόστραβη,
Σφαλᾷ τὰ μάτια τὰ γλυκὰ τὰ φωτερά,
Καὶ τὴν μιλιὰ ἀπ’ τὰ χείλη πέρνει ’ς τὰ κρυφά,
Ναρκώνει μὲ τὸν Ὕπνο, ὥρηα παρθενιὰ
Καὶ τὴν ψυχὴ κυλάει σὲ ὀνείρατα
Μὲ μάγια κλέβει τῆς καρδιᾶς τὰ μυστικὰ
Καὶ χάνεται σὰν φέξῃ τὰ χαράμματα,
Μάγισσα στίγγλα, τ’ οὐρανοῦ βασίλισσα.
’Σ τὴν σιγαλιὰ τῆς νύχτας τὴν ἀτέλειωτη
Κλεισμένη ’ς τὸ παλάτι τ’ ἀθεώρατο
Σὲ κεντηµένους καναπέδες ξαπλωτὴ
Ἡ μυριοστολισμένη, ἡ Ζουλέϊκα
Τὰ μάτια της καρφώνει μέσ’ τὸ πρόσωπο
Τοῦ Ἰωσὴφ ποῦ κάθεται ’ς τὸ πλάϊ της.
Φυσᾷ τ’ ἀγέρι τὸ γλυκό, τ’ ὁλόδροσο
Κ ᾑ χουρμαδιαὶς κουνιοῦνται καὶ λυγίζονται.
Τ’ ἀχνὸ φεγγάρι ῥίχνει τὸ θαμπό του φῶς
Κ’ ᾑ πυραμίδες ξεχωρίζουν φωτεραὶς,
Κυλοῦν τοῦ Νείλου τὰ νερὰ γοργὰ γοργὰ
Καὶ σὰν καθρέφτης κακωμένος θρύμματα