Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 419.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
419

Κκαὶ βασιλεύουν τώρα ὑπερήφανα
Σ’ ὁλόκλειστα παλάτια καὶ μαρμάρινα.
’Σὰν ἔπαψε ὁ Ἄποφις τὸν πόλεμο
Ἐμάζεψε μαχαίρια χίλια καὶ σπαθιὰ
Παρμένα ἀπ’ τοῦ ἐχθροῦ τὰ χέρια τ’ ἄτιμα,
Ἐπρόσταξε καὶ ’ς τὴ φωτιὰ τὰ λυώσανε
Καὶ τἄβαλε μονάχος μὲ τὰ χέρια του
Σὲ λάκκο μαρμαρένιο γιὰ θεμέλιο
’Σ τὸν ξακουσμένο καὶ περίφημο βωμὸ
Ποῦ μὲ κολόνναις καὶ μὲ Σφίγγες ἔκτισε
Κ’ ἐβάφτισε μὲ τοῦ Σουλτὲκ τὸ ὄνομα.
Ἡ Τάνις ἡ ὡραία ἡ μυριόπλουτη
Γεμάτη ἀπὸ παλάτια κι’ ἀπὸ ἐμμορφιαὶς
Καμάρωνε σὰν νύφη Ἀνατολίτικη
Μὲ βασιληᾶ μεγάλο καὶ ’περήφανο
Πρώτη ’ς τὰ κάλλη, πρώτη ’ς τὰ μαλάματα.
Δίπλα ἀπ’ τὸ παλάτι τὸ βασιλικὸ
Ὁ Πετεφρῆς καθόταν πρῶτος ἄρχοντας
Ἀγαπημένος καὶ πιστὸς τοῦ Βασιληᾶ·
Γεμάτος δόξα καὶ τιμαὶς καὶ δύναµι,
Τὴν Αἴγυπτο κρατάει μέσ’ τὰ χέρια του.
Οἱ σχλάβοι προσκυνᾶνε καὶ τὸν τρέμουνε
Κι’ ὁ Βασιληᾶς τὴν τύχη του ἐζήλευε
Γιατ’ ἔχει γιὰ γυναῖκα μιὰ πεντάμορφη
Τὴν μυριοζηλεμένην, τὴ Ζουλέϊκα
Ποῦ ὅλοι τήνε βλέπουνε ’ς τὴν Αἴγυπτο
Καὶ κλείνουνε τὰ μάτια καὶ ζαλίζονται
Σὰν βγαίνη μὲ τ’ ἁμάξια τὰ βασιλικὰ
Ἀρχόντισσα ἀπ’ τῇς πρώταις ’ς τὸν περίπατο
Μὲ μαῦρα μαῦρα τῆς Ἀσίας ἄλογα,
Μὲ τῇς οὐραὶς ποῦ σύρνουνται καμαρωταίς,
Μ’ ὁλόχρυσα καὶ κεντημένα χάμουρα,
Καὶ μ’ ἀσημένια καὶ μεγάλα πέταλα
Ποῦ βγάζουν σπίθαις καὶ φωτιαὶς ’ς τὸ τρέξιμο·
Ὁ Ἥλιος γέρνει, γέρνει κατακόκκινος
Καὶ ῥίχνει χρυσωμέναις τῆς ἀχτίδαις του
Μέσ’ τὸ παλάτι τ’ ἀψηλὸ ποῦ κάθεται
’Σ τοὺς κεντημένους καναπέδες ξαπλωτὴ
Ἡ μυριοστολισμένη ἡ Ζουλέϊκα.
Τριγύρω ’ς τὸ παλάτι μέσ’ τῆς χουρμαδιαὶς
Ποῦ ἔχουνε τὰ φύλλα τ’ θεώρατα