Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 401.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
401

Δικαιοσ. — Εὖγε! [Δίδων πρὸς τὸν Φυκάρην τὴν χεῖρα του] Σᾶς εὖχαριστῶ πολύ, φίλε μου.

Φυκαρησ. — Πῶς! σᾶς εἶχα προσβάλει καὶ σᾶς;

Δικαιοσ. — Ὄχι!

Φυκαρησ. — Ἀλλά;…

Δικαιοσ. — Ἦτο θεῖος μου!

Φυκαρησ, ἀναπηδῶν. — Θεῖος σας;

Δικαιοσ. — Μάλιστα καὶ ἕνεκα τούτου εἶμαι ἠναγκασμένος νὰ σᾶς ζητήσω ἱκανοποίησιν διὰ τῶν ὅπλων, καὶ ὄχι μόνον τοῦτο, ἀλλὰ καὶ νὰ σᾶς φονεύσω!…

Φυκαρησ. — Ἀμφιβάλλω.

Δικαιοσ. — εἶναι δυνατὸν νὰ σᾶς λείψουν αἱ ἀμφιβολίαι, ἐὰν τυχὸν ἔχετε τοιαύτας, καὶ νὰ ἐνδώσητε εὐχαρίστως;… ἄλλως σᾶς βεβαιῶ μὲ καταστρέφετε....

Φυκαρησ. — Σᾶς καταστρέφω! Ἆ! τώρα ἀρχίζω νὰ ἀμφιβάλλω καὶ περὶ τῆς διανοητικῆς καταστάσεώς σας.

Δικαιοσ. — Περὶ αὐτῆς ἀμφιβάλλετε ὅσον θέλετε, δὲν μ’ ἐνδιαφέρει καθόλου! Ἡ μονομαχία ἀρκεῖ νὰ γίνῃ καί....

Φυκαρησ. — Μὰ ὁ κύριος αὐτὸς νομίζω ὅτι ἀπέθανε....

Δικαιοσ. — Ἴσα-ἴσα δι’ αὐτὸ πρέπει νά σᾶς φονεύσω.... Βλέπετε ἡ εὐγνωμοσύνη μοὶ ἐπιβάλλει τὸ καθῆκον ν’ ἀποδώσω τὴν τελευταίαν αὐτὴν ὑπηρεσίαν εἰς τὴν προσβληθεῖσαν σκιὰν τοῦ κεκοιμημένου θείου μου.

Φυκαρησ. — Καλέ! δὲν ἀφίνετε τώρα τὴν σκιὰν τοῦ μακαρίτου σὲ ἡσυχία! Τί τῆς ὑπενθυμίζετε τέτοια πράγματα.

Δικαιοσ. — Ἀπ’ ἐναντίας αὐτὴ εἶναι ποῦ μοῦ ὑπενθυμίζει.... Εἶναι βλέπετε ἐκδικητικὴ σκιά, διψᾶ αἷμα....

Φυκαρησ. — Καὶ τί μὲ μέλει ἐμένα;

Δικαιοσ. — Μὲ μέλλει ἐμένα ὅμως.... Ἐὰν δὲν σᾶς φονεύσω, χάνω τετρακόσιαις χιλιάδες φράγκα ποῦ κληρονομῶ.... Ἐλᾶτε τώρα, μὴν εἶσθε τόσον ἀπάνθρωπος!

Φυκαρησ. — Ἴσα-ἴσα ἐπειδὴ εἶμαι φιλάνθρωπος καὶ πρῶτα-πρῶτα ἀγαπῶ τὸν ἑαυτό μου, δι’ αὐτὸ δὲν μονομαχῶ....

Δικαιοσ. — Δὲν γίνεται! Θὰ μονομαχήσετε, ὁ θάνατός σας μοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖος.

Φυκαρησ. — Ἄμε ’ς τὸ καλό, χριστιανέ μου.... ἄλλως τε δὲν μονομαχῶ μὲ ξένους.... ἃς ἔλθῃ ὁ ἴδιος.

Δικαιοσ. — Εἶναι ἀδύνατον.... Ἰδοὺ ἐγὼ ἀντ’ αὐτοῦ!....

Φυκαρησ. — Δι’ ἐπιτρόπου δὲν μονομαχοῦν.

Δικαιοσ. — Οἱ δειλοὶ ναί, ἀλλ’ οἱ ἔχοντες κἄπως καρδίαν....

Φυκαρησ. — Πῶς! Μὲ ὑβρίζετε;