Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 248.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
ΤΟ ΚΑΡΡΟΝ
[αθηναϊκη σελισ]

Το κάρρον ἤρχετο μακρόθεν, φορτωμένον χῶμα. Τὸ ἔσυρε μονάχον του ἓν ἄλογον, οἰκτρὸς ψαρρὸς ροσσινάντης κάτισχνος, τὸ ἐτράβα ἐπωδύνως, ἀναστελλόμενος σχεδὸν κατὰ πᾶν βῆμα, ὅπερ ἔκαμνεν ἀσθμαίνων. Ὁ καρραγωγεύς, ἀθηναῖος καρραγωγεύς, ὡσεὶ τριακοντούτης, μὲ πλατύγυρον καπέλλον καὶ ἐπανωβράκια πλακιώτου, παρηκολούθει εἰς ἀπόστασιν τινὰ πεζός, τὰς χεῖρας του συμπεπλεγμένας ἔχων ἐξοπίσω του, καὶ περασμένον τὸ καμτσίκι μεταξύ, βραδέως. Τὸ χῶμα εἶχε προφανῶς ριφθῇ ἐντὸς κατὰ μεγάλας πτυαριάς, εἶχεν ἀρθῇ εἰς λόφον ἐν τῷ μέσῳ, εἶχε πατηκωθῇ εἰς τρόπον ὥστε νὰ μὴ χωρῇ πλέον οὔτε δάκτυλον, Ἀλλὰ τὸ ἄθλιον τετράποδον, τὸ ἔσυρεν, εὐσυνειδήτως ἐν τοσούτῳ, παρ’ ὅλον του τὸ φυσαλέον ἀγκομάχημα προὐχώρει, ἐκινεῖτο, τανύον τῶν κνημῶν αὐτοῦ τῶν καλαμίνων τοὺς μυῶνας, καὶ καταβάλλον πᾶσαν τὴν ἀλκὴν τῶν ἀπεψιλωμένων κρέατος ἰσχίων του. Τὸ γηραλέον του τὸ δέρμα, ἦτο κολλημμένον ἐπὶ τῶν πλευρῶν αὐτοῦ, ὡσεὶ μεμβράνη, θὰ ἠμποροῦσες νὰ τὰς ἀριθμήσῃς ὡς διεγράφοντο τοιουτοτρόπως ὄπισθεν, κατὰ ραβδώσεις, οἱονεὶ ἀνάγλυφοι, χωρὶς νὰ παρεντίθεται οὔτε ἰδέα κἂν σαρκός. Αἱ συναρθρώσεις τῶν κοκκάλων του ἐφαίνοντ’ ὡσεὶ σκελετοῦ ἀνατομείου, ἐπιταυτῷ συναρμολογηθέντος ἵνα χρησιμεύσ’ εἰς μάθημα, προέβαλλον θρασέως πανταχόθεν, ἐνόμιζες πῶς τώρα τὸ πετσί του θὰ ἐρρήγνυον, διὰ νὰ ἐξέλθουν πᾶσαι ἐν στιγμῇ εἰς φῶς. Ὡς ἔβαινεν, ἠκούετ’ ὁ κριγμός των, καθὼς ἐν τῇ κινήσει συνεκρούοντο κ’ ἐτείνοντο, ἡ κεφαλή του ἐκινδύνευε νὰ ἀκουμβήσῃ εἰς τὴν γῆν, κεκυφυῖα διαρκῶς, καὶ ὁ λαιμὸς ἐκαμπυλοῦτο, καὶ ἡ ράχις ἐκυρτοῦτο, ἐν τῷ ἀγῶνι ὅστις ἐξηνάγκαζεν ὅλον τὸ δυστυχές του σῶμα νὰ βαδίζῃ. Ἐπὶ τῆς κορυφῆς αὐτῆς, πρὸς τὸν αὐχένα, πληγὴ εὐρεῖα ἔχασκεν ἐρυ-