Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 237.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
237

— Πῶς ἤθελα νὰ τὴν ἔβλεπα…

— Ἀφοῦ τὸ θέλεις πηγαίνομεν, εἶπεν ὁ Ἀρτέμης παρατηρῶν τὸ ὡρολόγιόν του.

III

Ἡ οἰκία τῆς Ἑλένης εὑρίσκετο εἰς την συνοικίαν τοῦ ἁγίου Ὀνουφρίου· ἕως ὅτου νὰ μεταβῶμεν ἐκ τῆς προκυμαίας εἰς τὴν ὁδὸν ἐκείνην ἡ Σοφία μοῦ ἔκαμε μίαν σύντομον περιγραφὴν τῶν προσόντων τοῦ μνηστῆρός της, τὴν ὁποίαν συνέκρινε πρὸς τὸν κ. Δημητριάδην· ἀποτέλεσμα τῆς συγκρίσεως ἦτο ἡ θριαμβευτικὴ ὑπεροχὴ τοῦ Κωνσταντίνου.

Ὅταν ἐφθάσαμεν, ἡ Σοφία ἔκρουσε τὸν κώδωνα καὶ ὑλακαὶ κυνὸς ἠκούσθησαν. Μᾶς ἤνοιξε μία ὑπηρέτρια ἡλικιωμένη, ἡ ὁποία ἐγνώριζε τὴν φίλην μου, διότι ἀμέσως μὲ εἰσήγαγεν εἰς τὴν αἴθουσαν.

Ἦτο αἴθουσα μεγάλη πολυτελῶς ἐπιπλωμένη· ἐπὶ κινητοῦ θρονίσκου ἦτο ἐξηπλωμένος ὁ κ. Δημητριάδης καὶ ἐπὶ μικροῦ σοφᾶ ἡ γραῖα μήτηρ του. Ὁ κ. Δημητριάδης, ὁ ὁποῖος διῆλθε πολυτάραχον νεότητα, ἐγνώριζε πολλὰ πράγματα, τὰ ὁποῖα μᾶς ἔλεγε μὲ πολλὴν χάριν. Ἐνίοτε ἠκούετο καγχασμὸς ξηρὸς ἐκ τοῦ στήθους τῆς γραίας καὶ λέξεις ἀκατάληπτοι ἐξήρχοντο τοῦ στόματός της· ἦτο παλίμπαις. Ἀπέναντι τοῦ κ. Δημητριάδου ἐπὶ τοῦ τοίχου ὑπῆρχεν εἰκὼν αὐτοῦ εἰς φυσικὸν μέγεθος. Ἦτο εὐγενοῦς καλλονῆς, ἡ στάσις του πλήρης χάριτος καὶ ἡ περιβολή του ἀμέμπτου καλαισθησίας.

Ἀπὸ τὰς παρατηρήσεις μου ταύτας μὲ ἀπέσπασεν ἡ εἴσοδος τῆς Ἑλένης.

Πόσον συνεκινήθην· ἦτο ὠχρά, λιπόσαρκος, πενθηφοροῦσα. Ἐσύρετο ἡ μέλαινα ἐσθής της καὶ εἶχε φιαλίδιον ἀμμωνίας εἰς τὰς χεῖρας, τὸ ὁποῖον ὠσφραίνετο. Μὲ ἀνεγνώρισεν ἀμέσως, μὲ ἠσπάσθη ἄνευ διαχύσεως καὶ ἀφοῦ μὲ ἠρώτησε τὰ κατ’ ἐμὲ ἤρχισε νὰ παραπονῆται διὰ τὴν νευραλγίαν αὐτὴν, ἡ ὁποία δὲν τὴν ἄφινε ποτὲ ἥσυχον καὶ διὰ τὴν ἀϋπνίαν ἡ ὁποία τὴν ἀπελπίζει.

Παρετήρησε τὸ ἐκκρεμές, ἤνοιξε μικρὰν σκευοθήκην καὶ πλησιάσασα τὴν γραῖαν τῆς ἔδωκε μὲ προσοχὴν ἓν καταπό-