Αλεξανδροσ. — Τρεῖς βουτιαίς.... θὰ ἔχω κ᾿ ἕνα μικρὸ τρεχαντῆρι νὰ ἔρχωμαι νὰ σὲ βρίσκω.
Ελενη ὑπόπτως. — Θὰ ἔρχεσαι;
Αλεξανδροσ θέτων τὴν χεῖρα ἐπὶ τοῦ στήθους. — Σοῦ τὸ ὁρκίζομαι.
Ελενη δειλή. — Φοβοῦμαι....
Αλεξανδροσ. — Τὶ φοβεῖσαι;
Ελενη. — Ἂν καμμιὰ φορὰ σὲ πιάσῃ τρικυμία; διατί νὰ κατοικήσῃς ἀλλοῦ;
Αλεξανδροσ. — Καὶ δὲν κατοικοῦμεν εἰς μίαν καὶ τὴν αὐτὴν νῆσον; Εἰς τὴν Φολέγανδρον παραδείγματος χάριν ποῦ εἶνε καὶ ἔρημος.
Ελενη. — Αὐτὸ λέγω κ’ ἐγώ.
Αλεξανδροσ. — Δὲν θὰ καθήμεθα μακράν.
Ελενη. — Ἐσὺ σ’ ἕνα χωριὸ κ’ ἐγὼ σὲ ἄλλο....
Αλεξανδροσ. — Τρεῖς ὥραις τὸ πολύ.
Ελενη. — Καὶ δύο....
Αλεξανδροσ. — Δύο πεζῇ, ἐπειδὴ ὅμως θὰ ἔρχωμαι μὲ τὸ γαϊδουράκι θὰ τὸ παίρνω σὲ μία ὥρα.
Ελενη. — Καβαλλικεύεις καλά;
Αλεξανδροσ. — Νὰ δὰ ἡ ὥρα!… χρειάζεται καὶ τέχνη γιὰ τὴ γαϊδουροκαβαλλαρία;
Ελενη. — Ποῦ ξεύρεις καμμιὰ φορά;…
Αλεξανδροσ. — Ἔννοια σου· θὰ κάνω πέντ’ ἕξη δοκιμάς…
Ελενη. — Καὶ ἂν τὸ γαϊδοῦρι σου ἀγριέψῃ καμμιὰ μέρα;.... ὄχι ὄχι. Φοβοῦμαι μὴν πάθῃς τίποτε, νὰ ἔλθῃς ’ς τὸ ἴδιο χωριό.
Αλεξανδροσ. — Ἔρχομαι.
Ελενη. — Νὰ καθήσῃς ἀντίκρυ ’ς τὸ σπίτι μου.
Αλεξανδροσ. — Κάθουμαι.
Ελενη. — Καὶ νὰ ἔρχεσαι συχνά.
Αλεξανδροσ. — Κάθε βράδυ.
Ελενη μετὰ συστολῆς. — Κάθε βράδυ ἠμπορεῖ νὰ σὲ ἰδῇ κανεὶς καὶ νὰ μᾶς παρεξηγήσῃ.
Αλεξανδροσ μυστηριωδῶς. — Αἴ, τότε νὰ τὶ νὰ κάνωμεν....
Ελενη περιέργως. — Τί;
Αλεξανδροσ. — Νὰ καθήσῃς ἐσὺ εἰς τὸ ἐπάνω πάτωμα κ’ ἐγὼ εἰς τὸ κάτω.
Ελενη ἐξανισταμένη. — Εἰς ἕνα σπίτι;
Αλεξανδροσ. — Ἐσὺ ἀπὸ ’πάνω κ’ ἐγὼ ἀπὸ κάτω, τί πειράζει;
Ελενη μετὰ μικρὰν σκέψιν. — Δὲν καθήμεθα μαζῆ λέγω ἐγώ;