Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 200.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
200

Ἄθωνα δὲν θὰ βλέπω ὅ τι ἔβλεπε, δὲν θ’ ἀκούω ὅτι ἤκουε… θὰ βλέπω αὐτὴν μόνην, αὐτὴν μόνον θ’ ἀκούω…

Ελενη στένουσα βαθέως. — Ὤχ!…

Αλεξανδροσ ὁμοίως. — Ἄχ!… [Στραγγίζων τὸ μανδήλιόν του]. — Ἔχεις κανένα μαντῆλι νὰ μοῦ δανείσῃς;

Ελενη ἐξάγουσα ὀρμαθὸν κλειδίων. — Μανδῆλι;

Αλεξανδροσ λαμβάνων µάκτρον. — Ἄφησε ηὗρα αὐτὴν τὴν πετσέτα… ὅταν τὴν βρέξω καὶ αὐτὴν θὰ σοῦ ζητήσω ἕνα τραπεζομάντηλον…

Ελενη. — Ἐχάθη ὀλίγη εὐτυχία κ’ δι’ ἡμᾶς τοὺς δυστυχεῖς; Ἆ, τὶ ἄδικος ποῦ εἶνε ὁ Θεός.

Αλεξανδροσ πίπτων ἐπὶ ἑδωλίου. — Τί τοῦ ἐκάναμε καὶ μᾶς τυραννεῖ;

Ελενη. — Μόνος ὃ θάνατος θὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὰ βάσανα…

Αλεξανδροσ. — Τί εὐτυχισμένοι ποῦ ἤμεθα πρὸ πέντε χρόνων!

Ελενη. — Τίς ἤλπιζεν ὅτι θὰ εὑρεθῶμεν πάλιν καὶ τόσον δυστυχεῖς!…

Αλεξανδροσ λυρικῶς. — Ἐνῷ διεβλέπομεν προσμειδιῶσαν τὴν εὐτυχίαν.

Ελενη. — Πότε παρῆλθον πέντε χρόνια!…

Αλεξανδροσ. — Νομίζω ὅτι εἶνε χθὲς ἀκόμη ἐκεῖνος ὁ καιρὸς ποῦ διεσκεδάζαµεν.

Ελενη. — Ἀλήθεια.

Αλεξανδροσ πλησιάζων τὸ ἑδώλιόν του. — Ἐνθυμεῖσαι πόσον ἐχορεύσαµεν ἕνα βράδυ εἰς τῆς κυρίας Σοφοκλείδου.

Ελενη. — Ὅταν ἐπέσαμεν;

Αλεξανδροσ πλησιάζων τὸ ἑδώλιόν του. — Τί πέσιμον ἦτο κ’ ἐκεῖνο!…

Ελενη. — Ἀκόμη τὸ ἐνθυμοῦμαι.

Αλεξανδροσ πλησιάζων ὅλως διόλου πρὸς αὐτὴν καὶ περιπαθῶς. — Ἆ, τότε τὰς στιγμὰς τοῦ βίου μου ἐπλήρου ἡ γλυκεῖά σου εἰκών.

Ελενη πεφοβισμένη. — Σιώπαινε, σιῶπα…

Αλεξανδροσ. — Ἀλλὰ κατόπιν εἶδα τὸν ἄγγελον ἐκεῖνον.

Ελενη μετὰ μομφῆς. — Καὶ μ’ ἐλησμόνησες....

Αλεξανδροσ διαμαρτυρόμενος. — Ὄχι, ὄχι δὲν σ’ ἐλησμόνησα ποτέ… ἦτο δυνατὸν νὰ σὲ λησμονήσω;

Ελενη. — Ναί, ἔτσι μοῦ τὰ λέγεις τώρα…

Αλεξανδροσ. — Ὄχι, σὲ ὁρκίζομαι… καὶ αἱ δύο µαζῆ,