Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 195.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
195

Καλομοιρα ραντίζουσα αὐτόν. — ’Σ τὰ μαῦρα ντυμένος εἶνε ὁ ἄραχλος.... καϋμένη θὰ ’νε ἡ καρδοῦλά του.

Αλεξανδροσ συνερχόμενος. — Ἆ!

Νικολαοσ. — Πῶς εἶσθε, κύριε;…

Αλεξανδροσ. — Καλά, σᾶς εὐχαριστῶ.... ποῦ εἶμαι; τί ἔπαθα;

Καλομοιρα τρίβουσα τὰς χεῖράς του. — Ἀραθυμιὰ ἤτανε, παιδάτσι μου, πάει, ’πέρατσε....

Αλεξανδροσ συνερχόμενος ἐντελῶς. — Ναί, ἐλιποθύμησα....

Καλομοιρα ἐξακολουθοῦσα νὰ τρίβῃ τὰς χεῖρας. — Θέλεις νὰ σοῦ κάνω ἕνα τίλιο;

Αλεξανδροσ. — Ὄχι, γερόντισσά μου, εὐχαριστῶ.

Καλομοιρα. — Θέλεις νὰ σοῦ κάνω ἕνα χαμομῆλι;

Αλεξανδροσ. — Ὄχι, ὄχι....

Καλομοιρα. — Θέλεις νὰ σοῦ....

Νικολαοσ ἀνυπομονῶν. — Ἀφοῦ σοῦ λέγει ὁ ἄνθρωπος πῶς δὲ θέλει....

Καλομοιρα. — Καλὸ ντὲ, ὅπως ὁρίζεις....

Νικολαοσ ἐν ἀγανακτήσει. — Χὸτ έ µπόαρ γιούαρ!…

Καλομοιρα πλησιάζουσα αὐτόν. — Νὰ σοῦ κάνω τὸν καφέ;

Νικολαοσ ὀργίλως. — Νὰ μὴ μοῦ κάνῃς τίποτε.... Στιούπιδδ!

Καλομοιρα. — Μὴν εἶσ’ ἔτσι, παιδάτσι μου.... δὲ φταίω ἡ ἄμοιρη.... τρέμουνε τὰ χέρια μου, τρέμουνε τὰ γόνατά μου, καὶ σὰν ἰδῶ ἀνήμπορο ἄνθρωπο ραΐζεται ἡ καρδιά μου…

Νικολαοσ. — Αἴ, καλά, πήγαινε τώρα, στιούπιδδ φέλλω!…

Καλομοιρα αἴρουσα τὸν δίσκον καὶ ἀπερχομένη. — Ἆ, μὰ τούτη τὴ βολὰ θὰ κάνω τὸ σταυρό μου πρῶτα....

ΣΚΗΝΗ Θ′
ΝΙΚΟΛΑΟΣ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

Αλεξανδροσ. — Κύριε, μὲ συγχωρεῖτε.... ἀλλ’ ἡ μεγάλη λύπη τόσον μὲ κατέβαλεν ὥστε καὶ ἡ ἐλαχίστη συγκίνησις μοῦ φέρει ἀμέσως λιποθυμίαν.... Συγχωρήσατέ με....

Νικολαοσ διαμαρτυρόμενος. — Ὤ, σᾶς παρακαλῶ....

Αλεξανδροσ. — Ἐὰν ἐγνωρίσατε τὴν λύπην θὰ συµπαθήσετε καὶ θὰ μὲ δικαιώσετε· τὴν ἠγάπησα πολὺ καὶ δὲν θὰ τὴν λησμονήσω ποτέ....

Νικολαοσ ἀπορῶν. — Ἀλλ’ ἐγὼ εἰς τὶ δύναμαι νὰ σᾶς φανῶ χρήσιμος;