Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 193.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
193

Νικολαοσ. — Καθὼς φαίνεται....

Αλεξανδροσ ἐγειρόμενος. — Ἐμένα ηὗρεν; ἐμένα τὸν ταλαίπωρον καὶ τὴν ἐμὴν ἐπλήγωσε καρδίαν;

Νικολαοσ. — Ἀλλά, κύριε....

Αλεξανδροσ ἀφελῶς. — Της ἔκαμα ποίημα, τὸ ὁποῖον θὰ χαράξω ἐπὶ τοῦ τάφου της.

Νικολαοσ. — Ἆ!…

Αλέξανδροσ. — Ἐν αὐτῷ ἐκφράζω τὴν λύπην μου, τὸν θαυμασμόν μου, τὴν λατρείαν μου, τὸν πόνον μου, τὰς φροντίδας μου… ὅλα τέλος πάντων τὰ συναισθήματα τὰ ὁποῖα μὲ κατέχουν, ἀφ’ ἧς στιγμῆς μετέστη πρὸς τὸν Κύριον.

Νικολαοσ ἔκπληκτος. — Ποῖον κύριον;

Αλεξανδροσ. — Πρὸς τὸν Θεόν.....

Νικολαοσ. — Ἆ.... ὀλ ράϊτ!…

Αλεξανδροσ ἀπαγγέλλων μετὰ πάθους:

Νυκτοβλέφαρος αἰθρία,
ἀνουράνευτος σκιά,
ἡ αἰχμάλωτος καρδία
ποντοπόρος θρηνιᾷ.
Ἦσο σὺ ὁ ἄγγελός μου,
ἡ ζωή μου, σὺ τὸ πᾶν,
σ’ εἶχα πάντοτε ἐντός μου
καὶ σοῦ ἔκαμνα πάν, πάν.

Νικολαοσ ἔκπληκτος. — Τί πρᾶγμα; πάν, πάν;

Αλεξανδροσ. — Ναί, πάν, πάν,… μὲ τὸ χέρι μου....

Νικολαοσ ἰδίᾳ βλέπων αὐτὸν ὑπόπτως. — Τρία πουλάκια κάθουνται....

Αλεξανδροσ ἐξακολουθῶν:

Μαύρη πλὰξ θὰ σὲ σκεπάσῃ
ὁ ἀήρ θὰ σὲ φρουρῇ
ἀλλ’ ἐμὲ θὰ μ’ ἀναρπάσῃ
ὁ Σατὰν καὶ τὰ Οὐρί.

Νικολαοσ ἰδίᾳ. — Λὲρ μπαλέρ, ξιφὶρ μαλέρ!…

Αλεξανδροσ μετ’ ἀπελπισμοῦ:

Μία νὺξ θὰ μᾶς χωρίζῃ
τῶν ἀστέρων, τοῦ παντός,
ἀργυρόπεπλος θὰ σχίζῃ
τὰ ἐντὸς καὶ τὰ ἐκτός!…