Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 127.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
127

δοξασίαι τυγχάνουσιν ὅμοιαι καὶ διὰ πολλοὺς ἀνώτεραι τῶν τοῦ κ. Μαρκορᾶ, νὰ ὑπερβάλῃ κατὰ τὴν ἀξίαν ὡς ἐθνικὸς τάχα καὶ φιλόσοφος, τὸν ποιητὴν τοῦ Ὅρκου, τῆς Ῥεγγίνας Σκάρπα, τοῦ Παραπόνου Πεθαμένης, τῶν Θησαυρῶν τοῦ Ἀλήπασα, τῆς Ἄνοιξης, τοῦ Καλοκαιριοῦ καὶ τόσων ἄλλων ποιημάτων, κοινῶν ἴσως ἰδεῶν πλὴν σπανίας ἐκτελέσεως, μικρῶν τοὐτέστιν ὑπὸ φιλοσοφικὴν ἀλλὰ μεγάλων ὑπὸ καλλιτεχνικὴν ἔποψιν.

Ἐγράψαμεν καὶ ἄλλοτε ὅτι παρ ἡμῖν, ὅπου τὸ σκότος πυκνόν, ἀρκεῖ νὰ ᾖνε τις ἐθνικὸς διὰ νὰ χρισθῇ καὶ ποιητής· ἐν ᾧ ἀπεναντίας ἀρκεῖ νὰ ᾖνε κανεὶς ποιητὴς διὰ νὰ κληθῇ, καὶ ἐθνικός. Ἕως οὗ ἐννοηθῇ καλῶς ἡ οὐσιώδης αὕτη διαφορὰ εἰξεύρω ὅτι θὰ χρειασθῇ, πολὺς ἀκόμη καιρός. Ἐφ’ ὅσον δὲ οἱ ποιηταί, λησμονουμένου τοῦ θεμελιώδους χαρακτῆρος τῆς ποιήσεως, κρίνονται κατὰ τὰς ἰδέας των καὶ ἐφ’ ὅσον ἡ ἐντελὴς ἐπίγνωσις Τέχνης ἁγνῆς καὶ ἀνεξαρτήτου, εἶνε ὀλιγίστων μόνον ἀνεπτυγμένων τὸ προνόμιον,[1] εὑρισκόμεθα εἰς τὴν διάκρισιν του πρώτου τυχόντος αἰσθηματίου ἢ δημαγωγοῦ, κατορθοῦντος εὐκόλως νὰ ἐπιβληθῇ, εἰς τὴν κοινὴν συνείδησιν δι’ ἐμμέτρων φωνασκιῶν καὶ ἀμαθῶν δημοσιογράφων. Ἀλλ’ ἡμεῖς λατρεύομεν τὴν Τέχνην δι’ αὐτὴν ταύτην τὴν Τέχνην, ἀνεξάρτητου, πάσης διδασκαλίας καὶ σκοποῦ ξένου ἀμιγῆ, ἀνυποδούλωτον εἰς τὰς κρατούσας κοινωνικὰς ἢ θρησκευτικὰς ἰδέας, ἀμέτοχον τῶν φιλοσοφικῶν ἐρίδων, ψυχρὰν καὶ ἀπαθῆ, βασιλίδα αἰωνίαν ὑπεράνω χρόνου καὶ τόπου, ἔχουσαν τὸν λόγον τῆς ὑπάρξεώς της ἐν ἑαυτῇ, μορφὰς μόνον γνωρίζουσαν νἀντανατέλλῃ, μορφὰς ὅμως ἀκτινοβόλους ἐκ τοῦ κάλλους της καὶ ἀποθαμβούσας. Οὕτω παντὸς ῥύπου καὶ προλήψεως καθαρισθεῖσα, τείνει κατὰ τοὺς τελευταίους τούτους χρόνους, τοὺς χρόνους τοῦ καταμερισμοῦ, νἀναβιβασθῇ, εἰς κοινὸν προσκύνημα ἐπὶ ὑψηλοῦ στυλοβάτου. Καὶ ἐλπίζομεν εἰς τὸ μέλλον. Ἡ ἱστορία τῆς Τέχνης ἀπ’ ἀρχῆς μᾶς πείθει ὅτι ἡ ἐξέλιξις τὴν φέρει ἀκατασχέτως εἰς χειραφέτησιν τόσου ἐντελῆ, ὅσον ἴσως ἡμεῖς εἴμεθα ἀκόμη ἀνίκανοι καὶ νὰ φαντασθῶμεν. Πράγματι ἀπὸ τῆς ἀριστοτελείου καθάρσεως μέχρι τοῦ σημερινοῦ ľ art

  1. Ἐν τούτοις ἐκ τῶν παρ’ ἡμῖν καὶ αὐτὸς ὁ κ. Παλαμᾶς, ὁ περισσότερον παντὸς ἄλλον ἐμβαθύνας εἰς τὴν αἰσθητικὴν ἀλήθειαν, πλανᾶται, νομίζομεν, φρονῶν ὅτι μόνον ἐὰν ὁ ποιητής ἔχη κοινὰς καὶ παλαιὰς ἰδέας ἡ διαχώρισις τῆς ὧν ψυχῆς ἀπὸ τῆς μορφῆς ἀποβαίνει ματαία· ἐν ᾧ τὸ κυρίως εἰπεῖν θὰ ἦτο ὅτι πάντοτε ἡ τοιαύτη διαχώρισις προκειμένου περὶ καλλιτέχνου ἀποβαίνει ματαία. Ἐν ᾗ δὲ περιπτώσει ποιητής τις θὰ παρουσίαζε νέαν τοῦ κόσμου καὶ τοῦ βίου ἀντίληψιν, τότε θὰ ἐξητάζετο χωριστὰ καὶ ὡς φιλόσοφος.