Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 094.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
94

ρικός, ὅςτις ἐπανεῦρεν τὸν μικρόν του θησαυρόν, ἔσπευσε νὰ δημοσιεύσῃ διὰ τῆς Στοᾶς θερμὸν εὐχαριστήριον εἰς τὸν ἄγνωστον εὐεργέτην. Ἀμφιβάλλω ὅμως ἂν ὁ Παρασκευαΐδης ἔμαθεν ἢ ἐφρόντισε νὰ τὸ ἀναγνώσῃ.

Καὶ ἓν ἄλλο. Διαμένων ποτὲ ἐν Ἀθήναις ὡς πρωτοδίκης εἶχε μάθει ὅτι τὸ ὑπουργεῖον ἐσκέπτετο νά μεταθέσῃ ἐντεῦθεν ἕνα ἐκ τῶν συναδέλφων του δικαστῶν, περὶ τοῦ ὁποίου ἐγνώριζεν ὅτι σοβαρὰ οἰκογενειακὰ συμφέροντα δὲν τῷ ἐπέτρεπον τὴν ἀπομάκρυνσίν του ἄνευ προφανοῦς βλάβης αὐτῶν. Ὁ Παρασκευαΐδης, δὲν χάνει καιρόν. Αὐθόρμητος καὶ ἐν παντελεῖ ἀγνοίᾳ τοῦ ἐνδιαφερομένου προσώπου ἀποφασίζει, πρώτην τότε καὶ τελευταίαν φοράν, νὰ ἀναβῇ τὴν κλίμακα τοῦ ὑπουργείου, διὰ νὰ ζητήσῃ καὶ αὐτὸς μίαν ταπεινὴν χάριν, ἕνα μικρὸν ῥουσφετάκι ἀπὸ τὴν κυβέρνησιν! Μεταβαίνει λοιπὸν παρὰ τῷ κ. Κουμουνδούρῳ καὶ ἔνδακρυς σχεδὸν τὸν καθικετεύει νὰ μεταθέσῃ αὐτὸν τὸν ἴδιον ἀντὶ τοῦ συναδέλφου του εἰς οἱανδήποτε μεμακρυσμένην κρίνει καλόν. Ὁ Κουμουνδοῦρος, συγχαρεὶς αὐτῷ ἐπὶ τῇ γενναιοφροσύνῃ του οὐδένα μετέθεσεν.

Ἐνῷ δὲ εἶνε πρᾷος, μειλίχιος, ἀνεξίκακος καὶ ἀγαθὸς ὡς ἀρνίον, ἐν τούτοις ἔχει ἀνδρείαν λέοντος καὶ ἡρωϊσμὸν γίγαντος, καὶ αὑταπάρνησιν μυθώδη, προκειμένου μάλιστα περὶ ἐκπληρώσεως τοῦ καθήκοντος. Ἀπόδειξις ὅτι οὐδέποτε φέρει μεθ’ ἑαυτοῦ ὅπλον κατὰ τὰς κινδυνώδεις πορείας του. Ὡς ἀνακριτὴς συνηντήθη πολλάκις πρὸς κακοποιοὺς καὶ φυγοδίκους καὶ λῃστάς, οἱ ὁποῖοι πάντοτε τὸν ἐθαύμασαν καὶ τὸν ἐσεβάσθησαν. Κἄποτε μάλιστα, τινὲς ἐκ τούτων, μεθ’ ὧν συνέπεσε νὰ συναντηθῇ που εἰς τὸ κρησφύγετόν των, θαυμάσαντες τὸ μεγαλοπρεπὲς παράστημα, τὴν ἀρρενωπὴν φυσιογνωμίαν καὶ τὸ ἀτρόμητον θάρρος του, τῷ ἐξέφρασαν τὴν λύπην των ὅτι ἀπεφάσισε νὰ γίνῃ δικαστής, ἐνῷ ἠδύνατο κάλλιστα νὰ διαπρέψῃ ὡς ἀρχηγὸς λῃστρικῆς συμμορίας!! Ὅταν πρὸ ἐτῶν πολλῶν ἐνέμετο τὴν Δωρίδα καὶ Λοκρίδα ὁ τρομερὸς καὶ διαβόητος λῄσταρχος Κρικέλας, ὁ σχὼν τὸ θράσος νὰ μεταβῇ ἐν πλήρει μεσημβρίᾳ εἰς Γαλαξείδιον κατά τινα αὐτόθι τελουμένην πανήγυριν καὶ νὰ λῃστεύσῃ τοὺς πανηγυριστάς, τοιοῦτον εἶχεν ἐμπνεύσῃ πανικὸν, ὥςτε οἱ κάτοικοι κατεκλείοντο οἴκαδε ἐνωρίτατα. Μόνος δὲ ὁ Παρασκευαΐδης, πρωτοδίκης ὢν ἐν Ἀμφίσσῃ, ἐξηκολούθει ἀφόβως τῆς πορείας του ἀνερχόμενος εἰς τὰς κορυφὰς τοῦ Παρνασσοῦ καὶ διερχόμενος ἐγγύτατα τῶν καταφυγίου του.

Ἐνεργουμένης ποτὲ ἐν Λοιδωρικίῳ πεισματώδους ἐκλογῆς,