Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 050.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
50


Ἀλλ’ ὁ θνητὸς ἐτόλμησε τὸν Πλάστη νὰ ’ρωτήσῃ·
Τι’ ’ναι πατέρα, ἐρώτησα, ἐκεῖνο ποῦ ὁ οὐρανὸς
Μοῦ δείχνει ’σὰν στεφάνι του, ποῦ λάμπει γιὰ νὰ σβύσῃ,
Μὴν εἶνε ἀγγέλου πέρασμα κι’ ἀφίνει τέτοιο φῶς;

Κ’ ἐκεῖνος μοὖπε: ὅταν ἀκοῦς τὴν πλάσι νὰ μουγκρίζῃ,
Τὰ σύγνεφα νὰ βόγγουνε, κ’ ἐκεῖνο εὐθὺς φανῇ,
Εἶνε ’δικό μου μήνυμα, ποῦ ’ς τὰ στοιχεῖα διορίζει
Νὰ πάψουν πιὰ τὸν πόλεμο καὶ ἡ εἰρήνη ν’ ἁπλωθῇ.

Λοιπὸν ἂν ἦσαι τοῦ Θεοῦ σημαία, ποῦ φέρν’ εἰρήνη,
Ἂν ἦσαι ἀγάπης μήνυμα ’ς τὴ γῆ, ποῦ κ’ ἐγὼ ζῶ,
Γιατί καὶ μέσ’ τὰ στήθη μου δὲν φέρνεις τὴ γαλήνη,
Ποῦ αἰσθάνομαι τὸν πόλεμο καὶ τὸν κατακλυσμό;
Ζάκυνθος

Ανδρεασ Μαρτζωκησ