Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 392.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
392

μετὰ κόπου· ὡς δὲ τὴν ἀφῆκα εἶδον νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὴν θέσιν της μεθ’ ὁρμῆς.

Ὁ ἰατρὸς ἀφύπνισε τὴν ληθαργοῦσαν, κατὰ τὸν αὐτὸν προηγούμενον τρόπον καὶ ἡ Ῥουκὲ χανοὺμ ἠνέῳξε πάλιν τοὺς γλυκυτάτους ὀφθαλμούς.

Ἀντηλλάξαμεν τότε ὀλίγας φράσεις. Ὁ κ. Κουτούβαλης παρεκάλεσε τὸν προθυμότατον βοηθόν μου, ὁμιλοῦντα ἐξαισίως τὴν Τουρκικήν, νὰ ἐξετάσῃ, ὡς ἐκ μέρους μου, τὴν ὑπνωτισθεῖσαν.

— Τί ἔχετε, χανούμ, ποῦ φαίνεσθε ὀλίγον ἀδιάθετος; ἐρωτᾷ ὁ ἰατρός, τῇ εἶπεν ὁ κ. Ἀναστασιάδης, δεικνύων με.

— Με πονεῖ, ἐφέντημ, πολὺ ἡ χείρ μου αὐτή, ἀπεκρίθη, προβάλλουσα τὴν ἀριστεράν. Τὴν αἰσθάνομαι κατάκοπον, ὡς νὰ ἐσήκωσα πρᾶγμα τι, πάρα πολὺ βαρύ.

— Κανὲν κιβώτιον ἴσως;

— Δὲν γνωρίζω, δὲν ἐνθυμοῦμαι, ἐφέντημ…

Ἡ Ῥουκε χανοὺμ οὐδὲ ἴχνος ἀναμνήσεως εἶχε τοῦ βάρους, ὅπερ ἐκράτει ὑπνωτισθεῖσα καὶ μόνον τὴν ἐξ αὐτοῦ κόπωσιν ᾐσθάνετο.

— Δὲν εἶνε τίποτε, λέγει ὁ ἰατρός μου, θὰ σᾶς περάσῃ! προσέθηκεν ὁ κ. Ἀναστασιάδης, ὡς βοηθὸς καὶ διερμηνεύς μου καὶ ἐξήγησέ μοι τὸν διάλογον μετὰ σεβασμοῦ, ἐν ᾧ ἐκείνη ἐμειδία ἐξ εὐχαριστήσεως,

Εἶτα ὁ κ. Κουτούβαλης ἠρώτησεν αὐτήν, ἂν θέλῃ νὰ φάγῃ τι ἢ νά πίῃ, ἰδίως οἶνον.

— Ὅ,τι ἐγκρίνετε, ὅ,τι μὲ διατάξετε εἶμαι πρόθυμες νὰ φάγω ἢ νὰ πίω καὶ κρασὶ ἀκόμη! ἀπεκρίθη, ὁπωσοῦν συστελλομένη, ἡ εὐπειθεστάτη ἀσθενής.

Αἱ Ὀθωμανίδες ἔχουσι τυφλὴν ἐμπιστοσύνην καὶ εὐπείθειαν πρὸς τὸν ἰατρόν των καὶ οὐδεμίαν ποτὲ ἐκφέρουσιν ἀντιλογίαν ἢ παρατήρησιν εἰς οἱανδήποτε διαταγὴν ἢ συμβουλὴν αὐτοῦ, πιστεύουσαι, ὅτι πᾶν ὅ,τι διατάττει θὰ συντελέσῃ εἰς θεραπείαν των. Ἡ Ῥουκὲ χανοὺμ ἐν τούτοις εἶνε ἐκ τῶν εὐλαβεστάτων εἰς τὸ καθῆκον τοῦτο Ὀθωμανίδων. Διὰ νὰ ἐκτιμήσητε δέ πόσον εὐπειθῶς ὑπήκουε τῷ ἰατρῷ της, δέον νὰ μάθετε καὶ ὅτι οἱ Ντονμέδες, εἰς τὴν φυλὴν τῶν ὁποίων ἀνήκει καὶ αὐτή, ὡς εἴρηται, οὐδέπετε πίνουσιν οἶνον, καὶ ἀσθενεῖς