Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 294.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
294

ἔχουσαν σχῆμα καὶ μέγεθος καρδίας, ἔδραμεν εἰς τὸ ἰδιαίτερον ἀπόκρυφον σιδηρσυργεῖον του, ἐκεῖ που εἰς τὰ Γύφτικα παρὰ τὸ Μοναστηράκι, ὅπου συνείθιζε νὰ κατεργάζεται τὰς καθ’ ὑπερβολὴν ἀξέστους καὶ σκληρὰς καρδίας, ὁσάκις ἀνθίσταντο εἰς τὰ πρόχειρα βέλη του.

Αἴ, ἐκεῖ πλέον ἦτο τώρα βέβαιος ὅτι θὰ σοῦ τὴν ἔκαμνε καὶ τὴν καλήν σου αὐτὴν νὰ πονέσῃ, νὰ συγκινηθῇ, νὰ μαρτυρήσῃ, νὰ ἀναλωθῇ, νὰ φρυάξῃ!

Ἐκεῖ ἐν μέσῳ τῶν θαυματουργικῶν ἐργαλείων του καὶ ὅλων τῶν χημικῶν συσκευῶν του, πόσας δυςμαλάκτους καρδίας δασκάλων, καλογήρων, δικαστικῶν κλητήρων, δεσποτάδων, καθηγητῶν τῆς θεολογίας, πόσας καὶ πόσας δὲν τὰς εἶχε ἁπαλύνει, μαλακώσει, ῥευστοποιήσει διὰ τῶν ἐκθλιπτικῶν μηχανημάτων του!

— Κόπιασε ἐδῶ, Κυρία! εἶπεν ὁ ἁβρὸς καὶ χαρίεις σιδηρουργὸς καὶ τὴν περιέσφιγξεν εἰς τοὺς χαλυβδίνους ὀδόντας μιᾶς μηχανῆς.

Καὶ λαβῶν μεγάλην ῥίνην ἤρχισε νὰ τὴν ῥινίζῃ ἐπὶ ὥρας ὁλοκλήρους. Ἀλλ’ ἐκείνη ἦτο ἀνένδοτος. Οὔτε ἓν ἀδιόρατον ψῆγμα, οὔτε ἕνα κἂν στεναγμόν, οὔτε ἕνα παλμόν, οὐδὲ ἓν δάκρυ ἀφῆκε κἄν.

— Μπρὲ τί ἀλλόκοτα πρᾶγμα εἶν’ αὐτό! ἐφώνησεν ὁ Ἔρως ἔξω φρενῶν. Ποιὸς διάβολος σὲ εἶχεν ἐσένα ’ς τὰ στήθια του!

Τὴν ἐτοποθέτησεν εἶτα ἐπὶ σιδηροῦ ἄκμονος καὶ διὰ βαρείας σφύρας ἤρξατο καταφέρων ἀλλεπάλληλα κτυπήματα. Εἰς μάτην ὅμως ὁ