Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 293.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
293

— Ἄει ’ς τὸ διάβολο! ἐγόγγυσε καὶ ἠγέρθη βλασφημῶν.Καὶ πλήρης ὀργῆς κατέφερε κατ’ αὐτοῦ τὸ τόξον, τὸ ὁποῖον ὅμως εὗρε τοιαύτην ἀσυνήθη ἀντίστασιν ὥςτε ἐθρυμματίσθη εἰς τεμάχια, ὡςεὶ ὕελος ἐπὶ βράχου.

— Μπᾶ, νὰ πάρῃ ὁ Διάβολος! τί νᾆν’ αὐτό!

Καὶ ἔκυψε νὰ ἴδῃ.

Ἦτο ἡ ἐκ τοῦ φορτίου τοῦ Διαβόλου διολισθήσασα καρδία.

— Ἆ ἔτσι; καρδιὰ εἶσαι; τώρα σοῦ δείχνω ἐγώ.

Καὶ ἐξήγαγεν ἀνὰ ἓν ὅλα τὰ βέλη ἐκ τῆς φαρέτρας του, τὰ ὁποῖα ἀλληλοδιαδόχως κατέφερε κατ’ αὐτῆς. Ἀλλ’ ὅλα ἔλαβον τὴν αὐτὴν τύχην θραυσθέντα εἰς συντρίμματα.

— Μὰ τί πρᾶγμα εἶνε αὐτό! ἐκραύγασεν ἔξαλλος ἐξ ὀργῆς καὶ ἐκπλήξεως, μὴν ἔκαμα λᾶθος καὶ τὸ πῆρα γιὰ καρδιά; Αὐτὸ θὰ ἦνε κανένα κομμάτι σιδηρόλιθος βέβαια, ἀπὸ τὸ νταμάρι τοῦΝάζου. Ἀλλοιώτικα πῶς γίνεται!…

Τὴν ἔλαβεν ἐκ τοῦ ἐδάφους καὶ τὴν περιειργάσθη μετὰ προσοχῆς. Τὴν ἔστρεψε δεξιᾷ, τὴν ἔστρεψεν ἀριστερᾷ, τὴν ἔψαυσε, προςεπάθησε νὰ τὴν θλίθλίψῃ εἰς τὰς παλάμας, ἀλλ’ ἐκείνη εἶχε τοιαύτην γρανιτώδη τραχύτητα, ὥςτε ὁ Ἔρως, ὁ δαμαστὴς τόσων καὶ τόσων καρδιῶν καὶ θηρίων, ἤρχισε νὰ τὰ χάνῃ.

— Μωρὲ δὲν θὰ σοῦ περάσῃ ἐσένα, ὄχι!

Καὶ θεὶς ὑπὸ μάλης τὴν ἀκατανόητον ἐκείνην οὐσίαν, τὴν