Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 285.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
285


Σήμερ’ ὁ χάρος μου τὸν ἀνασταίνει·
Ἐγὼ ’ς τὸν τάφο του θὰ καταιβῶ…
Ἐκεῖνος σήμερο ζωὴ λαβαίνει·
Τὸ θῦμα ἐξύπνησε· ’πεθαίνω ’γώ.

Ἀγάπη τῆς Τέχνης, σ’ ἀναθεματίζω!
’Σ τὴ δόξα νὰ πέσῃ κατάρα, φωτιά…
Ποιὸς εἶ’ν ἐκεῖ ’πάνου;… τὸν ἀναγνωρίζω…
Ἰδέτε! νά, ἰδέτε ’ς τὸ δρόμο βαθειά!…

Μι’ ἀγχόνη ξανοίγω… ἰδού τη στημένη·[1]
Ὁ δήμιος μοῦ δείχνει, μοῦ σεῖ τὸ σχοινί…
Ὤ, νά! τὸ λαιμό μου ὁ βρόχος προσμένει…
Μὲ δείχνουν, μὲ κράζουν μὲ ἄγρια φωνή!

Τ’ ἀσκέρι πληθαίνει… μ’ ἀναθεματίζει!…
Ἀστράφτουν κοντάρια, πελέκια, σπαθιά…
Ὑψηλὰ τὸ καροῦλι ’ς τὸ βάρος μου τρίζει…
Σφουρίζουν τ’ αὐτιά μου… μὲ σφίγγ’ ἡ θηλειά…

Προσεύχεσθ’ ἀδέλφια, γιὰ τ’ ἁμάρτημά μου!…
Συχώρα με, Πλάστη!… βοήθεια ζητῶ…
Τὰ σκέλη του νοιώθω εἰς τὴν τραχηλιά μου…
Ἐπνί…γηκα… σκότος… μαυρίλα θωρῶ…

Τοῦ σφίγγει ὁ χάρος τὸ λαιμό… τὸ παιδεμένο σῶμα
Πέφτει βαρὺ ’ς τὸ στρῶμα·
Βόγγει… ἡ ψυχὴ ’ς τὰ στήθια του ἀνεβοκατεβαίνει…
Ὁ ἁμαρτωλὸς ’πεθαίνει…

Οἱ μαθητάδες σκυθρωποὶ τριγύρω ’ς τὸ κρεββάτι
Μὲ δακρυσμένο μάτι,
Γονατισμένοι δέονται ὀμπρὸς ’ς τὸ λυτρωτή του,
Νὰ σώσῃ τὴν ψυχή του!
Ἐν Ζακύνθῳ, Ἰούλιος τοῦ 1890.

Ανδρεασ Μαρτζωκησ

  1. Τὸν ἐτοιμοθάνατον καλλιτέχνην, ὑποθέτω ἐμβλέποντα αἴφνης εἰς τὴν ἐξοχωτέραν τῶν εἰκόνων του, τὴν παριστῶσαν διὰ φοβερᾶς ἀληθείας, τὴν ἀπαγχόνισιν τῶν μετασχόντων τῆς κατὰ τῶν Μεδίκων περιφήμου συνωμοσίας τῶν Πάτση·