Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 244.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
244

ΣΚΗΝΗ Α′.

[Ὁ κ. Περδίκης, ἀφοῦ εἶδεν ὅτι περιέπεσεν εἰς χεῖρας τοῦ ἐχθροῦ — ἤγουν εἰς τὰς ἀγκάλας τῆς συζύγου του, ἐταλαντεύθη ἐπὶ μικρὸν, συνέσπασε τὰς ὀφρῦς, ἔβηξε τρὶς ἢ τετράκις, ἀφῆκε νὰ ἐκφύγῃ εἷς ἀπαραίτητος στεναγμὸς ἐκ τῶν χειλέων του καὶ ἀπεφάσισε νὰ παραδοθῇ εἰς τὴν ἐχεμύθειαν τῆς κ. Περδίκη. Ἔκλεισε τὴν θύραν τοῦ δωματίου, ἔσυρεν αὐτὴν εἰς τὸ βάθος καὶ διὰ σιγανῆς καὶ μυστηριώδους, φωνῆς, κύψας εἰς τὸ χαῖνον οὖς της, ἤρξατο νὰ τῇ ψιθυρίζῃ……]

— Θὰ σοῦ ἐμπιστευθῶ κἄτι τι… ἀλλὰ κύτταξε καλά… ὑπὸ αὐστηρὰν ἐχεμύθειαν!!.. μὲ ἐννοεῖς;… θὰ τὸ θάψῃς μέσα σου!..

— Μὰ λόγος τώρα εἶνε αὐτός! ἀμφιβάλλεις;

— Ἄκουσε· διανοοῦμαι ἓν σχέδιον, τὸ ὁποῖον ἂν ἐπιτύχῃ, θὰ ὑπανδρεύσωμεν ἐντὸς ὀλίγου τὴν Θάλειαν…

— Μπᾶ!… πῶς;… τὶ;… ἀλήθεια;… καὶ μὲ ποῖον;

— Μ’ ἕνα νέον ἀξιόλογον… νὰ ἰδῇς πῶς μοῦ τὸν εἶπαν.... στάσου, θὰ τὸν θυμηθῶ… Τὸ ὄνομά του μοῦ ἦτο καὶ πρὶν γνωστόν… νομίζω νὰ τὸν λέγουν Ἀριστομένη… Ἀριστοτέλη… δὲν ’θυμᾶμαι καλά… μοῦ φαίνεται ὅμως νὰ τὸν λέγουν Ἀριστοτέλη Τερτίδη…

— Καὶ δὲν μοῦ τὸ λὲς, ἀδελφέ, ν’ ἀρχίσω νὰ ἑτοιμάζω τὰ ροῦχα τοῦ κοριτσιοῦ!…

— Στάσσυ δά, μή βιάζεσαι· ὁ νέος οὔτε εἴδησιν ἔχει ἀκόμα…

— Μὰ πῶς γίνεται αὐτό;

— Ἰδοὺ τὶ συμβαίνει. Ἕνας φίλος του, ὁ κ. Κίμων Πονηριάδης, ἔχει κἄτι δουλειαῖς μὲ το δημόσιον. Ἡ ὑπόθεσίς του εἶνε ’ς τὰ χέρια μου, διότι καθὼς ’ξεύρεις εἰς τὸ ὑπουργεῖον ἐγὼ εἶμαι τὸ κλειδὶ. Ὁ κ. Κίμων ἠξεύρει καλά, ὅτι ἀπὸ ἐμένα ἐξαρτᾶται νὰ τελειώσῃ καλὰ ἡ δουλειά του, ἀπὸ τὴν ὁποίαν λογαριάζει νὰ ὠφεληθῇ περὶ τὰς 100,000 δραχμῶν. Ἂν δὲν θελήσω ἐγώ, τῇς χάνει. Μία ἐξέλεγξι καὶ τὸν χαντακόνω… μὴ ῥωτᾷς… Εἶνε ὁλόκληρη ἱστορία… θὰ σοῦ τὰ ’πῶ καμμιὰ ἄλλη ὥρα…

— Μὰ ποῦ εἶνε ὁ γαμπρὸς εἰς ὅλην αὐτὴν τὴν ἱστορίαν; δὲν τὸν βλέπω…

— Θὰ τὸν ἰδῇς· μὴ βιάζεσαι. Ὁ Κίμων λοιπὸν μοῦ ἐνεπιστεύθη ὅτι εἰς τὴν ὑπόθεσιν αὐτὴν ἐνδιαφέρεται καὶ ὁ νέος κ. Τερτίδης, ὁ ὁποῖος ὅμως δὲν θέλει νὰ φανερωθῇ διὰ λόγους ἀξιοπρεπείας. Μοῦ ἔδωσε δὲ νὰ ἐννοήσω ἀπ’ ἔξ’ ἀπ’ ἔξω ὅτι, ἐπειδὴ ὁ Ἀριστοτέλης πρὸ καιροῦ τοῦ ἐξεφράσθη ὑπὸ ἐχεμύθειαν διὰ τὴν Θά-