Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 043.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
43

καὶ πολὺ μουσικωτέρους ἐκείνου. Ἡ μαγεία τὴν ὁποίαν διαχύνει τὸ ποίημα τοῦτο προέρχεται πραγματικῶς ἐκ τῆς δυνάμεως μόνης τῶν στίχων του ἢ μήπως ἡ ἐντύπωσις τὴν ὁποίαν μοῦ προξενεῖ συνδέεται μὲ μίαν μακρυνὴν ἀνάμνησιν περασμένων ἡμερῶν; ἢ μήπως ἡ Ῥόζα, ἡ φεγγοβολοῦσα μέσα εἰς τοὺς στίχους τοῦ μεγάλου ποιητοῦ, μοῦ ἐνθυμίζει μίαν ἄλλην Ρόζαν, ἡ ὁποῖα γλυκοκοιμᾶται μέσα εἰς τὰ βάθη τῆς μνήμης μου ἀλλὰ διὰ νὰ ἐξυπνήσῃ τῆς φθάνει ἕνα κελάδημα, ὡς τὸ «Παληὸ τραγοῦδι τοῦ νέου καιροῦ;» Μήπως ἡ ἀνέκφραστος χάρις τοῦ στίχου τούτου ἔχει τὴν πηγήν της ὄχι εἰς τὴν ἔμπνευσιν τοῦ ποιητοῦ, ἀλλὰ μέσα εἰς τὴν καρδίαν μου;

Ὅ,τι καὶ ἄν εἶνε, ἔχω κ’ ἐγὼ κρυμμένον μέσα εἰς τὰ βάθη τῆς μνήμης μου ἕνα «Παληὸ τραγοῦδι τοῦ νέου καιροῦ.» Σᾶς τὸ ἀποκαλύπτω τώρα ὡς ἐξομολόγησιν, ὄχι διὰ νὰ τὸ συγκρίνετε μὲ τὸ ποίημα τοῦ Οὑγκὼ — τοιαύτη σύγκρισις θὰ τὸ ἐθανάτωνε — ἀλλ’ ἁπλῶς διὰ νὰ κρίνετε καὶ διὰ νὰ λύσετε τὴν ἀπορίαν μου.

Ἤμουν δεκαὲξ ἐτῶν, ἐζοῦσα εἰς τὴν ἐπαρχίαν, ἐσπούδαζα εἰς τὸ Γυμνάσιον, δηλαδὴ δὲν ἐσπούδαζα τίποτε, κ’ ἐπερνοῦσα τὰς ὥρας μου πότε τρίβων τὰ ὑποδήματά μου εἰς ἀργοὺς περιπάτους ἀνὰ τὰ καλδιρίμια τῆς πόλεως μετὰ τρελλῶν ἢ ἀνοήτων συντρόφων, καὶ πότε μέσα εἰς τὸ σπίτι μου φιλολογῶν τόμους Πανδώρας. Ἤμουν δειλὸς, ἀδέξιος, ὀνειροπόλος, ἔτρεφα βαθεῖαν στοργὴν πρὸς τὸν ξενητευμένον ἀδελφόν μου, ἀδιαφορίαν πρὸς πᾶν ὅ,τι μὲ περιεστοίχιζε, καταφρόνησιν πρὸς τοὺς διδασκάλους μου, καὶ δὲν ἠδυνάμην νὰ συγκρατήσω τὸ πεῖσμα τὸ ὁποῖον μοῦ ἐνέπνεον ἐκεῖνοι, μέσα εἰς τὸ σπίτι τῶν ὁποίων ἐζοῦσα. Οἱ καλοὶ ἐκεῖνοι ἄνθρωποι δὲν ἤξευραν βέβαια πῶς ἀνατρέφονται τὰ παιδιά· τὴν τροφὴν τὴν ὁποίαν παρεῖχον, τὴν ἀπεκάλουν μὲ αὐτάρ-