Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1890 - 394.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
394

— Μὰ δὲν βλέπω τί ἄλλο πρέπει νὰ κάμω. Ἦτο ἡ πρώτη ἄμυνα.

Ἐγένετο ἀνακωχὴ πέντε λεπτῶν. Τὰ χείλη ἐκείνου ἦσαν ἕτοιμα διὰ γενναίαν ἐπίθεσιν· αἱ χεῖρες ἐκείνης προπαρεσκευάζοντο διὰ γενναιοτέραν ἄμυναν, ἥτις ἠδύνατο νὰ φέρῃ καὶ χαρακτῆρα ὑπερβάσεως.

— Λοιπὸν δὲν αἰσθάνεσαι κανένα ζῆλον πρὸς ἄλλα ἀντικείμενα ἐκτὸς τῶν ἀνοήτων αὐτῶν βιβλίων;

— Οὐδένα.

— Καὶ ἐὰν εὑρίσκετο κανεὶς νὰ σοῦ ἔλεγεν ὅτι;…

— Θὰ τὸν ἐθεώρουν ἀνόητον.

— Καὶ ἐὰν ἤμην ἐγώ;

— Θὰ ἐπέμενον εἰς τὴν γνώμην μου.

— Δὲν μὲ ἀγαπᾷς λοιπόν, Ἑλενίτσα μου;

— Ὄχι.

— Ν’ ἀπελπισθῶ· δὲν μὲ ἀγαπᾷς;

— Ὄχι, σᾶς λέγω ἐκ δευτέρου.

Ἡ σιωπηρὰ ἀνακωχὴ ἐπανελήφθη. Ὁ Πλάτων ἐστηρίχθη ἐλαφρῶς ἐπὶ τοῦ γλαφυροῦ γραφείου καὶ παρετήρει μὲ ἀπλανὲς βλέμμα ἐπ’ ἀνοικτοῦ βιβλίου.

— Μὲ ἀγαπᾶς, ἀνεφώνησεν ἔξαλλος ἐκ τῆς χαρᾶς, μὲ ἀγαπᾷς, Ἑλενίτσα…

— Καὶ πῶς τὸ ἀνεκάλυψες; Ἠρώτησεν ἔκπληκτος ἐκείνη.

— Μοῦ τὸ εἶπεν αὐτὸ τὸ βιβλίον. Εἶνε ἡ γραμματικὴ σου, εἰς τὴν ὁποίαν ἔχεις τυφλὴν ὑπακοήν. Δὶς μοὶ ἠρνήθης, ὅταν σοῦ εἶπον, ὅτι μὲ ἀγαπᾷς· λοιπὸν παρατήρησε τὶ γράφεις ἐδῶ: «Δύο ἀρνήσεις κάνουν μίαν κατάφασιν.»