Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1890 - 156.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
156

Ευανθια μετ’ ἄκρας δυσκολίας δυναμένη νὰ λαλήσῃ. — Ὑποθέτω, κύριε…

κ. Χ… — ἐγειρόμενος λαμβάνων τὸν πῖλον καὶ τὴν ράβδον του καὶ πλησιάζων τὴν Εὐανθίαν ἵνα τὴν ἀποχαιρετίσῃ. — Ὅπως δή ποτε ἐγὼ θὰ σᾶς τὸν ἀφήσω νὰ τὸν παρατηρήσετε, καὶ τὸ ἐρχόμενον σάββατον.... τὸ σάββατον νομίζω ὅτι δέχεσθε.... ἔτσι μοῦ εἶπαν δύο φορὰς ποῦ ἦλθα νὰ σᾶς ζητήσω.... δὲν δέχεσθαι τὸ σάββατον;....

Ευανθια μετὰ μεγάλης στενοχωρίας. — Τό.... τό.... σάββατον....

κ. Χ… — Τὸ σάββατον λοιπὸν θὰ ἐπανέλθω νὰ λάβω ἀπάντησιν. [Ὑποκλίνων ἐδαφιαίως] Κυρία μου.... Κύριέ μου.... [Νομίζων ὅτι ὁ κ. Ψητάρας ζητεῖ νὰ τὸν συνοδεύσῃ μέχρι τῆς θύρας]. — Μὴν ἐνοχλεῖσθε παρακαλῶ.

Ευανθια ἐγειρομένη ὡς ἐξῆλθεν ὁ κ. Χ. — Αὐτὸ δὲν τὸ ἐπερίμενα!

κ. Ψηταρασ φορῶν τὸν σκοῦφόν του μετὰ δυσαρεσκείας. — Μὰ τὴν ἀλήθειαν οὐτ’ ἐγώ!

Ευανθια περίλυπος. — Κρῖμα ’ς τὰς περιποιήσεις μου.

κ. Ψηταρασ μόλις συνέχων τὴν ἀδημονίαν του. — Ὀφείλεις νὰ ὁμολογήσῃς ὅτι διὰ μίαν μόνην ἐπίσκεψιν καὶ τοιούτου εἴδους μάλιστα, δὲν ἤξιζε τὸν κόπον νὰ ἐνοικιάσῃς τὸν φίλτατον Ἀναξαγόραν ἀντὶ δέκα δραχμῶν, τὸ ὁποῖον μᾶς κάμνει ἐν συνόλῳ δύο χιλιάδας.. δέκα!…

Υπηρετησ εἰσερχόμενος. — Μ’ ἐφωνάξατε;

Ευανθια ἐν μεγίστῃ στενοχωρίᾳ. — Πήγαινε καὶ νὰ ἔλθῃς αὔριον νὰ σὲ πληρώσω

Υπηρετησ — Τὸ σάββατον θὰ ξαναέλθω;… διότι πρέπει νὰ τὸ ξεύρω ἀπὸ σήμερον.

Ευανθια μελαγχολικῶς. — Ὄχι.... δὲν θὰ ξαναέλθῃς.

Υπηρετησ. — Τότε τὰ ἄλλα;

Ευανθια ἔτι μελαγχολικώτερον. — Οὔτε αὐτά, οὔτε τὰ ἄλλα.

Υπηρετησ ἔκπληκτος. — Πῶς; ἡ κυρία δέν δέχεται;

κ. Ψηταρασ βυθιζόμενος ἐν τῇ ἕδρᾳ παρὰ τὴν πυρὰν καὶ τὸν λογαριασμὸν ἀνὰ χεῖρας κρατῶν. — Ὄχι ἀδελφέ, δὲν δεχόμεθα πλέον, δὲν τὸ καταλαμβάνεις;

Υπηρετησ. — Μά....

κ. Ψηταρασ δυσανασχετῶν καὶ ἑγειρόμενος. — Αἴ, ξεφόρτωνέ μας καὶ σύ.... Κλαζομένιε!

Υπηρετης ὀργίλως. — Κύριε, δὲν εἶμαι Κλαζομένιος, καὶ σὲ παρακαλῶ πολὺ νὰ μὴ μὲ βρίζῃς.

κ. Ψηταρασ ἀνατείνων πὰς χεῖρας ἐν ἀπελπισίᾳ. — Ὦ περίδοξε φιλόσοφε, τίνα ἰδέαν ἔχουν οἱ ἀπόγονοί σου περὶ σοῦ!

Καὶ τώρα, ἐάν τις εἶχε σκοπὸν νὰ μεταβῇ πρὸς ἐπίσκεψιν τῆς κυρίας Εὐανθίας Ψητάρα εἶνε περιττὸν νὰ λάβῃ τὸν κόπον διότι.... ἡ Κυρία.... δὲν δέχεται πλέον.