Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1890 - 141.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
141

δισκελῶν χωνίων, ἐκτὸς ἐὰν παραδεχθῶμεν, καὶ παραδεχόμεθα τοῦτο ἀνεπιφυλάκτως, ὅτι καίπερ πεπαλαιωμένον ἐδωρήθη αὐτῷ ὑπὸ παχυσάρκου τινος κυρίου. Ἐννοεῖται ὅτι φέρει καὶ χειρόκτια ὁ ὑπηρέτης, παραδόξως δὲ ταῦτα εἶνε καινουργῆ. Καὶ οὕτω λοιπὸν χωρῶν ὑπὸ τὸν ἦχον τῶν συγκρουομένων ποτηρίων διευθύνεται πρὸς τὴν τράπεζαν, ἐφ’ ἧς ἀποθέτει τὸν δίσκον καὶ ἄρχεται τῆς διευθετήσεως τῶν πάντων.

κ. Ψηταρασ προκύπτων τὴν κεφαλὴν ἐκ τοῦ παραπετάσματος. — Ποῖος εἷνε αὐτός;.... Ὑπηρέτης; [Ἐξερχόμενος τοῦ γώνου] Πότε ἦλθε;.... καὶ μὲ φράκον.... καὶ μὲ γάντια;....

Υπηρετησ μορφάζων καθ’ ὅσον διευθετεῖ τὰ ποτήρια καὶ τοὺς κυάθους. — Ἄνθρωποι κι’ αὐτοὶ γιὰ νὰ δεχθοῦν· δὲν ἔχουν οὔτε τσιμπίδα γιὰ τὴν ζάχαρη!.... Φυλτζάνια εἶν’ αὐτά; εἶνε αὐτὴ τσαγιέρα;… μυρίζει ἀκόμη χαμομῆλι!… Καὶ κάτω ’ς τὴν κουζίνα εἶνε ποῦ εἶνε!.... Βρῶμα καὶ τῶν γονέων!....

κ. Ψηταρασ ὅστις ἐπλησίασε τὸν ὑπηρέτην. — Τί κάμνεις ἐσὺ αὐτοῦ;

Υπηρετησ παρατηρῶν αὐτὸν ἀπαθῶς. — Διορθόνω κατὰ πῶς πρέπει.

κ. Ψηταρασ. — Διορθόνεις;

Υπηρετης ἰδίᾳ. — Ὁ ἀφέντης θὰ εἶνε.

κ. Ψηταρασ. — Τί εἶνε αὐτά;

Υπηρετησ. — Γιὰ τὸ τσάϊ.

κ. Ψηταρασ ἔκπληκτος. — Ποιὸ τσάϊ;

Υπηρετησ ἰδίᾳ παρατηρῶν αὐτὸν περιέργως. — Κοροϊδεύει τώρα ἢ μᾶς κάνει τὸν κουτό;

κ. Ψηταρασ. — Πότε ἦλθες ἐσὺ ἐδῷ;

Υπηρετησ. — Τώρα δὲν εἶνε οὔτε τρία τέταρτα τῆς ὥρας.

κ. Ψηταρασ. — Ποιὸς σοῦ εἶπε νὰ ἔλθῃς;

Υπηρετησ. — Ἡ κυρία.

κ. Ψηταρασ. — Ἔτσι αἴ;

Υπηρετησ. — Ἀμ’ τί; μονάχος μου θἄρθω;

κ. Ψηταρασ. — Καὶ σ’ ἐσυμφώνησεν ἡ κυρία;

Υπηρετησ. — Τί νὰ μὲ συμφωνήσῃ.... ἐμεῖς δὲν κάνουμε συμφωνίαις.

κ. Ψηταρασ διαπορῶν. — Τί θὰ εἰπῇ δὲν κάμνετε; Πόσα θὰ σοῦ δίδῃ;

Υπηρετησ — Δέκα δραχμαίς.

κ. Ψηταρας. — Τὸ μῆνα;

Υπηρετησ μειδιῶν αὐταρέσκως. — Ὄχι δά.... τὴν ἡμέρα.... ἐμεῖς μπαίνουμε μὲ τὴν ἡμέρα.

κ. Ψηταρασ ἀναπηδῶν. — Τὴν ἡμέραν;