Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 345.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.

Ἀνδρέας Δ. Νικολάρας
ΑΝΕΚΔΟΤΟΙ ΣΤΙΧΟΙ[1]
ΤΗΣ «ΧΑΙΔΕΜΕΝΗΣ»
ΥΠΟ
ΑΝΔΡ. Δ. ΝΙΚΟΛΑΡΑ

Τὸ κῦμα ποῦ ἀφροκοπᾷ εἶν’ ἀπὸ τὴ γυναῖκα
πολλαῖς φοραῖς πιὸ σπλαγχνικό· ἀνάμεσα πελάγου
πετᾷ τὸν νηό μας, κι’ ἀπ’ ἐκεῖ πέρα μεριὰ τὸ βγάζει,
σὰν νὰ λυπᾶτ’ ἡ θάλασσα νὰ φάγῃ τέτοια νηάτα…
Ἄνοιξ’ ὁ νηὸς τὸ βλέφαρο ἀπὸ τὴ ζάλη τέλος,
καὶ σὰν εἶδε τὴ θάλασσα ὁποῦ τὸν εὐσπλαγχνίσθη,
μουρμούρισε στενάζοντας ἀπ’ τῆς καρδιᾶς τὰ φύλλα..
«εἶδα μὲ σπλάγχνος τὰ θεριά, τὴ θάλασσα μὲ σπλάγχνος,
καὶ μόνε γνώρισ’ ἄσπλαγχνη τὴν ἄπιστη γυναῖκα!…»
Τὸν πῆρε τὸ παράπονο κι’ ἀρχίνησε τὸ κλάμμα..
Καὶ κλαίει, κλαίει· κλάψε, νηέ, νὰ βγῇ ὁ πόνος ἔξω.
Ὅσο σὲ τρώει στὰ σωθικά, τὸ μάτι σου θολόνει,

  1. ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ. Οἱ παρετιθέμενοι στίχοι, τέως ἀνέκδοτοι, ἐφιλοτεχνήθησαν ἐσχάτως ὑπὸ τοῦ φίλου ποιητοῦ ὡς καλλιτεχνικωτέρα συμπλήρωσις τοῦ δροσεροῦ καὶ εὐώδους εἰδυλλίου του «Ἡ Χαϊδεμένη,» ὅπερ τοσοῦτον γνωστὸν καὶ προσφιλὲς ἐγένετο ὑπὸ τῶν φίλων τῆς συγχρόνου ποιήσεως.