Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 182.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
182

ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον εἰς τὸν ὁποῖον ἔχω τόσην διάθεσιν νὰ παράσχω μεγάλην ἐκδούλευσιν.

Βασαλοσ. — Τί ἐννοεῖτε;

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Ἔλα τώρα σὲ παρακαλῶ, ἀλλὰ νὰ μοῦ εἰπῇς ὅλην τὴν ἀλήθειαν· τῆς ἔλεγες ὅτι τὴν ἀγαπᾷς.

Βασαλοσ μετά τινα δισταγμόν. — Δηλαδή…

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Ἀλήθεια· τῆς τὸ ἔλεγες.

Βασαλοσ σταθερῶς. — Αἴ, μάλιστα.

Η πολυσαρκοσ κυρια. Καὶ αὐτὴ τί σοῦ ἀπεκρίθη, αὐτή;

Βασαλοσ στένων. — Ὅτι ἀγαπᾷ τὸν σύζυγόν της.

Η πολυσαρκοσ κυρια προσπαθοῦσα νὰ κρατήσῃ τὸν γέλωτά της. — Τὸν Παλινούδην;

Βασαλοσ στένων ἐκ δευτέρου. — Ναί.

Η πολυσαρκοσ κυρια μὴ δυναμένη νὰ κρατήσῃ τὸν γέλωτά της. — Καὶ σὺ τὸ ἐπίστευσες.

Βασαλοσ στένων ἐκ τρίτου. — Διατὶ ὄχι;

Η πολυσαρκοσ κυρια καγχάζουσα. — Εἶσαι ἠλίθιος, καϋμένε!

Βασαλοσ. Ἂς ἀφήσωμεν τἀστεῖα, κυρία μου, κατὰ μέρος· δὲν ἔχετε δίκαιον νὰ θεωρῆτε τὴν Φαιναρέτην τόσον ἐλαφράν· σεῖς δὲν εἶσθε κακή· πῶς ἐπιμένετε εἰς τὴν ἰδέαν σας αὐτήν;

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Καὶ εἶσαι πεπεισμένος περὶ τῆς ἀρετῆς της;

Βασαλοσ ἐνθουσιωδῶς. — Κἄτι τι περισσότερον!

Η πολυσαρκοσ κυρια γελῶσα. — Ἄ, οἱ ἄνδρες, οἱ ἄνδρες!… θὰ εἶσθε πάντοτε παιδιά!

Βασαλοσ σοβαρῶς. — Ἔχω τὴν τιμὴν νὰ σᾶς διαβεβαιώσω, ὅτι δὲν εὑρίσκονται δύο κυρίαι καθὼς πρέπει ἐν Ἀθήναις ὡς τὴν Φαιναρέτην.

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Εἶμαι ἐγὼ μέσα εἰς αὐτὰς τὰς δύο;

Βασαλοσ τεθορυβημένος. — Πῶς;

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Δὲν εἶμαι… ἂς εἶνε.

Βασαλοσ προθύμως. — Δὲν λέγω....

Η πολυσαρκοσ κυρια διακόπτουσα. — Καὶ βεβαίως εἶσαι ἱκανὸς νὰ πάρῃς καὶ ὅρκον, ὅτι δὲ ἀγαπᾷ τὸν Μεντζιφόλαν.

Βασαλοσ ἐνθέρμως. — Μὲ τὰ δύο μου τὰ χέρια.

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Ἢ ἐσὺ εἶσαι τὸ ἄκρον ἄωτον τῆς βλακείας ἢ αὐτὴ εἶνε περισσότερον ἀφ’ ὅ τι τὴν ἐφανταζόμην εὐφυής.

Βασαλοσ. — Πῶς μὲ κακομεταχειρίζεσθε σήμερον!

Η πολυσαρκοσ κυρια. — Μὰ ὅταν μοῦ λέγῃς τέτοια πράγματα… ὅταν διατείνεσαι ὅτι ὁ Μεντζιφόλας.....

Βασαλοσ διακόπτων. — Δὲν εἶχε τὴν ἀναίδειαν ὁ ἀνόητος διὰ νὰ