Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 176.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
176

Βασαλοσ ὅστις παρετήρει αὐτὸν περιέργως. — Τί θέλεις νὰ εἰπῇς μὲ αὐταῖς τῇς ἀνοησίαις σου;

Μεντζιφολασ. — Ξεύρεις τί ζηλότυπος εἶνε ὁ ἄνδρας της; δὲν τὴν ἀφίνει οὔτε βῆμα. Εἰς τὸ σπίτι της λοιπὸν εἶνε ἀδύνατον νὰ τὴν ἰδῶ ὅπως θέλω· κἄτι ἄκραις μέσαις εἴπαμεν καὶ ἐννοεῖς πολὺ καλὰ ὅτι ἐδῷ θὰ εἰποῦμεν τὰ ἐπίλοιπα....

Βασαλοσ ἐγειρόμενος. — Εἰς τὸ σπίτι μου;

Μεντζιφολασ ἀναγκάζων αὐτὸν νὰ καθήσῃ. — Κάθησε τώρα, ποῦ ἐπῆρες ἀμέσως ἀέρα μητροπολίτου! Εἰς τὸ σπίτι σου, μάλιστα… ποῦ, θέλεις νὰ πάγω;

Βασαλοσ ἀνανεύων. — Ποτέ!

Μεντζιφολασ εἰρωνικῶς. — Διατί παρακαλῶ; διότι εἶμαι εὐτυχέστερος ἀπὸ σέ;

Βασαλοσ ταρασσόμενος. — Αἴ;

Μεντζιφολασ. — Λοιπὸν ἐκ ζηλοτυπίας μοῦ ἀρνεῖσαι αὐτὴν τὴν χάριν, σὺ ὁ παλαιός μου φίλος;....

Βασαλοσ. — Μὲ θεωρεῖς πολὺ μικρὸν νὰ ὑποθέτῃς ὅτι ἄγομαι εἰς τοῦτο ὑπὸ τοιούτου μηδαμινοῦ αἰσθήματος.

Μεντζιφολασ. — Καὶ ὅμως....

Βασαλοσ. — Ὄχι βεβαίως· ἄλλα δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ πιστεύσω ἀκόμη ὅτι ἡ Φαιναρέτη σὲ ἀγαπᾷ.

Μεντζιφολασ γελῶν. — Ἆ, τί παιδὶ ποῦ εἶσαι!…

Βασαλοσ. — Εἶνε τόσον ὑπεράνω τῶν ἰδεῶν αὐτῶν ἡ Φαιναρέτη ὥστε.....

Μεντζιφολασ διακόπτων αὐτόν. — Μπρὲ τί κάθεσαι καὶ λὲς; Χθὲς ἐμείναμεν σύμφωνοι νὰ ἔλθωμεν μαζῆ ἐδῷ, ἀλλὰ πῶς νὰ τὸ κατορθώσωμεν ποῦ δὲν θὰ ἐπείθετο ποτὲ ὁ σύζυγός της; Τί κάμνω; Πηγαίνω μὲ τὴν ἅμαξάν μου δῆθεν διὰ νὰ τοὺς πάρω καὶ λέγω εἰς ἕνα φίλον μου, εἰς τὸν ὁποῖον εἶπα τί ἔπρεπε νὰ κάμῃ, νὰ εἶν’ ἐκεῖ πλησίον εἰς τὸ σπίτι τοῦ Παλινούδη. Τὴν στιγμὴν ποῦ ἐξήρχετο εἰς τὴν θύραν ὁ Παλινούδης, πηδᾷ εἰς τὴν ἅμαξάν του ὁ φίλος μου καὶ λέγει τοῦ ἁμαξᾶ: — Γρήγορα ’ς τὸ γιατρὸ, γιατὶ πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος

Βασαλοσ. — Ποιός ἄνθρωπος;

Μεντζιφολασ. — Αὐτὸ εἶπε καὶ ὁ Παλινούδης. Τότε ὁ φίλος μου στρέφει, τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ ἀφήσῃ τὴν ἅμαξάν του διὰ μίαν στιγμὴν, ἀλλ’ ἕως ὅτου νὰ συγκατανεύσῃ ὁ Παλινούδης τὸ τάλληρον ἦτο ’ς τὸ χέρι τοῦ ἁμαξᾶ κρυφὰ κρυφὰ καὶ ἐνῷ ὁ φίλος μου φεύγει μὲ τὴν ἅμαξαν ’ς τὰ τέσσαρα, ἐγὼ προσφέρω τὰς δύο θέσεις τῆς ἁμάξης μου εἰς τὸν Παλινούδην καὶ εἰς τὴν σύζυγόν του. Αὐτὸς φυσικῷ τῷ λόγῳ δὲν δέχεται· καὶ καθήμεθα λοι-