Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 094.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
94

Ὅταν συλλογίζωμαι πόσας ἐνίοτε πολυτίμους στιγμὰς ἀνέσεως, χαρᾶς, σκέψεως, ἐνεργείας, ὀνειροπολήσεων, ἀναμνήσεων προσφιλῶν, τρυφερᾶς συνδιαλέξεως, συγκινήσεων, σιωπηλῆς μελαγχολίας, τὰς ὁποίας διὰ μυρίων μόχθων μόλις ὑποκλέπτει τις ἐκ τοῦ πολυκυμάντου ἀγῶνος τῆς κοινωνικῆς παραζάλης· ὅταν συλλογίζωμαι πόσας τοιαύτας ὡραίας στιγμὰς ἔρχεται νὰ σᾶς ἀφαιρέσῃ ἡ μανία αὐτὴ τοῦ φλυάρου, ἀπορῶ τότε πῶς οἱ ποινικοὶ κώδικες ἐνῷ τιμωροῦν τὸν ἐκ τοῦ ἐνστίκτου τῆς πείνης κλέπτοντα τον ἄρτον σου, δὲν ἐπρονόησαν καὶ περὶ τῶν κακούργων αὐτῶν γλωσσῶν, αἱ ὁποῖαι σᾶς κλέπτουσι τὴν ἡσυχίαν σας, τὴν εὐχαρίστησιν τοῦ ὕπνου, τοῦ φαγητοῦ, τοῦ περιπάτου, τῆς συναναστροφῆς, τῆς ἰδιαιτέρας σας ἐνασχολήσεως.

Ἀγνοῶ ἄν ποτε ἡ ποινικὴ νομοθεσία τελειοποιηθῇ ἐπὶ τοσοῦτον, ὥστε, καθὼς καρατομεῖ τὰς μωρὰς κεφαλὰς, νὰ ἀποκόπτῃ πρόρριζα ἐξίσου καὶ τὴν δολοφόνον γλῶσσαν τῶν φλυάρων. Ἀλλὰ νομίζω ὅτι δικαιοτέρα καὶ ἀποτελεσματικωτέρα ποινὴ διὰ πάντα φλύαρον οὐδεμία ἄλλη θὰ ἦτο, εἰμὴ, ἀφοῦ πρῶτον τοῦ δέσουν τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας καὶ τοῦ σφραγίσουν ἑρμητικῶς τὰ χείλη, νὰ τὸν ἐξαναγκάσουν ὕστερον νὰ ἀκούῃ ἐπὶ μίαν τοὐλάχιστον ὥραν ἀκίνητος καὶ σιγῶν τὴν ἀκατάσχετον ἀργολογίαν ἄλλου ὁμοίου του ἀλιτηρίου. Ἄλλο μέσον θεραπείας δὲν ὑπάρχει.

Ἐν Ἀθήναις, Ἰούλιος 1888.