Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 087.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
87

γον ἔλειψε νὰ σκοτώσω ἕνα ξένον ἔμπορον, ποῦ μοῦ τὸ ἔλεγε καὶ μ’ ἐχλεύαζε. Καὶ ὅλ’ αὐτὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴν πέτρα! Ἀκοῦς ἐκεῖ, μιὰ παλῃόπετρα νὰ μᾶς ὑβρίζῃ τόσῳ σκληρὰ τὴν πατρίδα μας καὶ νὰ μὴ εὑρεθῇ ἕως τώρα ἕνας φιλότιμος Ἀργεῖος νὰ τὴν κάμῃ χίλια κομμάτια καὶ σωθῶμεν ἀπὸ τὸ στίγμα. Ἔπειτα, νὰ ἔρχωνται καὶ οἱ ξένοι νὰ τὴν βλέπουν καὶ νὰ γελοῦν μὲ ’μᾶς, τί δυστυχία καὶ τί κακό! Ἀλλά, τί νὰ γίνῃ!… ἂς ἔχῃ χάριν τοῦ ἁγίου Πέτρου,

Ὁ τόνος καὶ ὁ πόνος, μεθ’ ὧν ὁ γέρων ἔλεγε ταῦτα, ἔπεισε πάντας ἤδη, ὅτι δὲν παρελήρει καὶ ἐμάντευον πλέον, ὅτι προέκειτο περὶ ἀρχαίας τινὸς ἐπιγραφῆς. Ὁ γέλως ἔπαυσε καὶ ἡ περιέργεια ἀνεχρωμάτιζε ζωηρῶς πάντων τὰς ὄψεις.

— Καὶ τί θέλει εἰς τὸ μέσον ὁ ἅγιος Πέτρος; ἠρώτησέ τις.

— Τί λόγος! ἀπεκρίθη ἤρεμος ὁ ἀγαθὸς γέρων. Ἡ πέτρα, ποῦ σᾶς λέγω, εἶνε κτισμένη ἐκεῖ ὀπίσω, εἰς τὴν μικρὰν θύραν τοῦ ἱεροῦ καὶ πῶς νὰ βάλῃς χέρι σὲ Ἐκκλησία, παρακαλῶ;

— Ἔχεις δίκαιον, προσέθηκεν ὁ ἐρωτήσας. Ἀλλ’ εἶδες ὁ ἴδιος τὴν πέτραν ἢ ἄλλος σοῦ τὸ εἶπε;

— Τὴν εἶδα ὁ ἴδιος, παιδί μου, καὶ μὲ τὰ μάτια μου! ἀπεκρίθη, ἀνατείνων τοὺς ὀφθαλμοὺς διὰ νὰ δώσῃ μείζονα ἔκφρασιν εἰς τὴν πληροφορίαν του.

— Καὶ ἐνθυμεῖσαι καλῶς τί λέγει;

— Ἂν ἦτο καὶ πρᾶγμα νὰ τὸ λησμονήσῃ κανεὶς! ἀπήντησε, κινῶν τὴν κεφαλὴν καὶ συστέλλων τὰ χείλη. Μάλιστα ἐνθυμοῦμαι πολὺ καλὰ. Λέγει «Τῶν Ἀργείων οἱ βουλαὶ ἄβουλαι καὶ οὐδαμῶς!».... μ’ ἄλλους λόγους, τὰ μυαλὰ τῶν Ἀργείων εἷνε τιποτένια, κούφια, εἶνε οὐδαμῶς!.....

— Ὤ, διάβολε! ἐψιθύρισεν ἄλλος, συνοφρυούμενος καὶ μειδιῶν.

— Μά, τί λοιπόν, ἀστειευόμεθα;

— Καὶ φαίνονται τὰ γράμματα τόρα, διακρίνονται;

— Εἶνε ὀλίγον φθαρμένα, ἄλλα διαβάζονται.

— Τότε, νὰ τὰ ἰδωμεν λοιπόν, εἶπον δύο ἄλλοι.

— Ἀμέσως, εἰς τὴν στιγμήν, ἂν θέλετε, προσέθηκεν ὁ γέρων.

Καὶ ἠγέρθησαν ἅπαντες, πρόθυμοι καὶ περίεργοι σφόδρα, διὰ νὰ λύσωσι τὸ μυστήριον τοῦ στίγματος τῆς πόλεως.

*

Ἐπὶ τῆς μεσημβρινῆς πλευρᾶς τοῦ ἐν Ἄργει μητροπολιτικοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Πέτρου ἔχει τὸ ἱερὸν αὐτοῦ μικρὰν εἴσοδον. Εἰς αὐτὴν ἀνέρχεταί τις διὰ τριῶν λιθίνων βαθμίδων, εἴς τινα τῶν ὁποίων εἶχε κτισθῇ ἡ πολύκροτος πέτρα.