Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 109.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
109

Ὁ κ. Ἰσίδωρος. — Τὴν ἐνθυμεῖσαι μικράν, Ἀλέξανδρε; Ἐνθυμεῖσαι τί ἄσχημη ποῦ ἦτο; διότι νὰ εἰποῦμε τὴν ἀλήθειαν, Καλλιόπη μου, ἦσο πολὺ ἅσχημη!… καὶ μαύρη… σωστὸ ἀραπάκι… Καὶ βλέπεις τί ἔγεινε τώρα; αἴ Ἀλέξανδρε;

Καλλιόπη μετὰ συστολῆς. — Θεῖέ μου…

Μαλσταμίδης συγκεχυμένος. — Βεβαίως… εἷνε… πραγματικῶς… ἔχει…

Καλλιόπη εἰρωνικῶς. — Μὴ στενοχωρῆσθε, κύριε Μαλσταμίδη… ἠμπορεῖτε νὰ εἰπῆτε τὴν ἰδέαν σας… δὲν θὰ μὲ πειράξῃ καθόλου… γνωρίζω καλὰ ὅτι ὅπως ἤμην μικρὰ εἶμαι καὶ μεγάλη…

Μαλσταμίδης ἐν μεγίστῃ στενοχωρίᾳ. — Κυρία μου…

Ἡ κ. Ξυλαράκη ἰδίᾳ. — Τί ἔπαθεν; ἐπιάσθη ἡ γλῶσσά του καὶ δὲν ἠμπορεῖ ν’ ἀρθρώσῃ δύο λέξεις!… Θὰ μοῦ καταστρέψῃ τὸ σχέδιόν μου ὁ ἀνόητος!

Ὁ κ. Ἰσίδωρος ἰδίᾳ. — Δὲν ἐννοῶ τίποτε… ἡ Χαρίκλεια πρέπει νὰ ἔχει λάθος… Εἶναι δυνατὸν νὰ τὴν ἀγαπᾷ καὶ νὰ μὴ τῆς λέγει τίποτε; νὰ μὴ τὴν κυττάζῃ!…

Μαλσταμίδης ἐνθουσιωδῶς. — Ὁ θεῖός σας, κυρία μου, δὲν λέγει ὅλην τὴν ἀλήθειαν.

Καλλιόπη μειδιῶσα. — Πρέπει νὰ εἰπῇ ὅτι τώρα εἶμαι ἀσχημοτέρα;

Μαλσταμίδης. — Ὄχι, ἀλλ’ ὅτι δὲν ὑπάρχει ὡραιοτέρα κόρη ἐν Ἀθήναις ἀπὸ σᾶς.

Καλλιόπη γελῶσα. — Ἄ, ἄ!

Ἡ κ. Ξυλαράκη ἰδίᾳ. — Δόξα σοι ὁ Θεός!

Ὁ κ. Ἰσίδωρος ἰδίᾳ. — Τὴν ἀγαπᾷ! δὲν εἷνε ζήτημα. —

Μαλσταμ. — Ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν ἠξεύρω καμμίαν ἄλλην.

Καλλιόπη. — Προσέξατε, κύριε Μαλσταμίδη… μὴν ἐκτίθεσθε εἰς τοιοῦτον βαθμόν… δὲν φοβεῖσθε;…

Μαλσταμίδης. — Δὲν φοβοῦμαι τίποτε… [Παρατηρῶν αὐτὴν ἀτενῶς.] Τίποτε, μ’ ἐννοεῖτε;

Καλλιόπη γελῶσα. — Καλά· αὐτὸς εἶνε ἰδικός σας λογαριασμός.

Ὁ κ. Ἰσίδωρος ἰδίᾳ νεύων κρυφίως τῇ Χαρικλείᾳ. — Εἶχες δίκαιον, μάτια μου… Αὐτὸς δὰ εἷνε κι’ ἂν εἶνε ἐρωτευμένος!…

Ἡ κ. Ξυλαράκη διὰ τῶν ὀφθαλμῶν ἀπαντῶσα εἰς τὰ νεύματα