Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 102.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
102

Μαλσταμίδης ὀργίλως. — Μὲ συγχωρεῖτε διὰ τὴν φίλην σας, ἀλλὰ θὰ μοὶ ἐπιτρέψητε νὰ τὴν ἀποκαλέσω παλῃοκόριτσον…

Νεᾶνις ἔκπληκτος. — Παλῃοκόριτσον;

Μαλσταμίδης. — Μάλιστα, διότι αὐτὸ μόνον τὸ ὄνομα τῆς ἁρμόζει.

Νεᾶνις. — Τὴν γνωρίζετε;

Μαλσταμίδης. — Ὄχι εὐτυχῶς.

Νεᾶνις. — Καὶ τότε πῶς ὁμιλεῖτε τοιουτοτρόπως περὶ αὐτῆς;

Μαλσταμίδης. — Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὰ ὅπου μοῦ εἴπατε ἠμπορῶ νὰ ἔχω ἄλλην ἰδέαν περὶ αὐτῆς;

Νεᾶνις. — Κυττάξετε πῶς εἷνε καμμιὰ φορὰ τὰ πράγματα. Αὐτὴ ἔχει τὴν καλλιτέραν ἰδέαν περὶ ὑμῶν.

Μαλσταμίδης. — Ποῦ με εἶδε, ποῦ μὲ ξεύρει;

Νεᾶνις. — Πῶς; δὲν τὴν ἐβλέπατε εἰς τὸ σπίτι τοῦ κ. Ξυλαράκη;

Μαλσταμίδης. — Ἄλλοτε, τότε ἦτο μικρά· πρὸ τεσσάρων ὅμως ἐτῶν δὲν τὴν ἐπανεῖδον πλέον καὶ νὰ σᾶς εἰπῶ τὴν ἀλήθειαν δὲν λυποῦμαι καθόλου.

Νεᾶνις. — Ἐκείνη ὅμως σᾶς ἐνθυμεῖται.

Μαλσταμίδης. — Μοῦ εἷνε πολὺ ἀδιάφορον.

Νεᾶνις. — Πόσαις φοραῖς ὅταν ἐβγαίναμεν περίπατον μὲ ὅλον τὸ σχολεῖον, σᾶς ἀπαντούσαμεν ἔφιππον… καὶ μοῦ ἔλεγε…

Μαλσταμίδης. — Κυρία μου, σᾶς ὁρκίζομαι ὅτι δὲν ἔχω καμμίαν περιέργειαν νὰ μάθω τί σᾶς ἔλεγεν αὐτή. Ἐὰν θέλετε νὰ μ’ εὐχαριστήσετε θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ μοῦ εἰπῆτε ποία εἷσθε σεῖς…

Νεᾶνις. — Καὶ κατὰ τί θὰ σᾶς ὠφελήσῃ;… μήπως φροντίζετε νὰ εὕρετε τὸν θεῖόν μου;

Μαλσταμίδης δυσανασχετῶν. — Μὰ ἀφοῦ δὲν μοῦ λέγετε ποῖος εἶνε…

Νεᾶνις θρυπτομένη φιλαρέσκως. — Μ’ ἔχετε τόσην ὥραν εἰς τὸν κῆπον καὶ μὲ κουράζετε μὲ τὴν ὁμιλίαν σας…

Μαλσταμίδης ἔκπληκτος. — Κυρία μου…

Νεᾶνις μειδιῶσα. — Μὲ τοὺς περιπάτους σας θέλω νὰ εἰπῶ…

Μαλσταμ. — Ἐλᾶτε νὰ καθήσωμεν ἂν εἷσθε κουρασμένη.

Νεᾶνις. — Νὰ καθήσωμεν;

Μαλσταμίδης. — Μίαν στιγμήν… ἰδού, αὐτὸ τὸ θρανίον…