Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 098.jpg

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
98

Ὁ κ. Ἰσιδωρος ἐν ἀπορίᾳ μεγίστῃ. — Ἂν τὴν ἀγαπᾷ!

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Ἐνδεχόμενον λέγω…

Ὁ κ. Ἰσίδωρος σκεπτικός. — Ἐννοῶ…

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Καὶ ἂν δὲν τὴν πάρῃ ἔξαφνα μετὰ ἓν ἔτος, δὲν πρέπει νὰ δείξωμεν ἡμεῖς ὅτι ἐθυμώσαμεν μαζῆ του, διότι τότε ὁ κόσμος θὰ εἰπῇ, ὅτι αἱ περιποιήσεις μας ὅλαι εἶχον ἕνα συμφέρον…

Ὁ κ. Ἰσίδωρος συναινεῖ καὶ διὰ νεύματος τῆς κεφαλῆς. — Ἔχεις δίκαιον.

Ἡ κ. Ξυλ. Καὶ δὲν συμφέρει νὰ τὸ εἰπῇ ὁ κόσμος αὐτό.

Ὁ κ. Ἰσίδωρος. — Ὁ σκοπὸς ὅμως εἶνε νὰ κατορθώσῃς νὰ τὴν πάρῃ.

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Αὐτὸ εἶνε δική μου δουλειά… ἐγὼ ἔχω τὸ σχέδιόν μου.

Ὁ κ. Ἰσίδωρος ἐγειρόμενος. — Καὶ εἶνε λαμπρόν. Πᾶμε τώρα, διότι πλησιάζει καὶ ἡ ὥρα τοῦ γεύματος.

Ἡ κ. Ξυλαράκη λαμβάνουσα τὸν βραχίονά του. — Πᾶμε.

Ὁ κ. Ἰσίδωρος ἰδίᾳ. — Τὴν καϋμένην τὴν Χαρίκλειάν μου!… καὶ μοῦ ἐπερνοῦσαν τέτοιαις ἰδέαις!… Αὐτὴ νὰ σκέπτεται διὰ τὴν Καλλιόπην κ’ ἐγὼ ὁ ἀνόητος νὰ ὑποθέτω… Τί ἀνόητος ποῦ εἶμαι καμμιὰ φορά!… Καὶ αὐτὸν τὸν καϋμένον τὸν Ἀλέξανδρον πῶς τὸν ἠδίκησα!…

Ἡ κ. Ξυλαράκη ἰδίᾳ. — Εἶν’ ἡ ἀλήθεια ὅτι δὲν ἐφοβούμην νὰ εὕρω πολλὰς δυσκολίας, δὲν ἐπίστευα ὅτι θὰ τὸ χάψῃ καὶ μὲ τόσην εὐκολίαν! Δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ ἐννοήσῃ τίποτε… ἢ καὶ ἂν ἐνόησε τώρα δὲν φοβοῦμαι πλέον. Θὰ μείνῃ ἥσυχος δι’ ἓν ἔτος τοὐλάχιστον.

Ὁ κ. Ἀλέξανδρος Μαλσταμίδης ἀπομακρυνθεὶς τοῦ ζεύγους Ξυλαράκη ἀνῆλθεν εἰς τὸ ξενοδοχεῖον, ἐζήτησε δωμάτιον, ηὐτρεπίσθη ἐν τάχει καὶ κατῆλθεν εἰς τὴν αἴθουσαν πρὸς ἀναζήτησιν τῆς ἀγνώστου ἀνθοδοτείρας· διότι ἂν καὶ ἦτο σφόδρα ἐρωτευμένος μετὰ τῆς κυρίας Χαρικλείας Ξυλαράκη δὲν ἠδύνατο ν’ ἀποσβέσῃ ἐκ τῆς μνήμης αὐτοῦ τὴν ὡραίαν ἐκείνην νέαν, ἣν ἐκ τυχαίας ὅλως συμπτώσεως ἔσωσεν ἐξ ἀναποδράστου λουτροῦ.

Μαλσταμίδης μετὰ τὴν ἐν τοῖς δωματίοις ἔρευναν. — Πρέπει νὰ ἔφυγεν!… ἀλλὰ ποία νὰ ἦτο;… Καὶ μὲ πόσην χάριν ἐμειδία!.... Μίαν στιγμὴν τὴν ἐκράτησα εἰς τὴν ἀγκάλην μου κ’ ἐνόμισα ὅτι ἤμην εἰς τὸν παράδεισον!… Τί μέση!… δακτυλι-