Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 088.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
88

Τῆς Ῥούμελης ἀθάνατοι λεβέντες κοιμηθῆτε,
Βαθειὰ πολύ, ἀξύπνητα στοὺς τάφους σᾶς χωθῆτε,
Γιατὶ θ’ ἀνατριχιάσουνε τὰ σκόρπια κόκκαλά σας,
Θὰ στάξῃ αἷμα καὶ νεκρὴ ἀκόμα ἡ καρδιά σας,
Σὰν ’δῆτε τὴ σημαία σας ’ς τὸ χῶμα κυλισμένη
Νὰ τὴν πατοῦν μαζώματα καὶ Σλάβοι πουλημένοι,
Σὰν μάθετε πῶς περγελοῦν ἀκόμα κ’ οἱ Βουλγάροι
Τὴ μάννα τοῦ Νικηταρᾶ, τὴ μάννα τοῦ Κανάρη!
Κι’ ἀνίσως ὄνειρο γλυκὸ καμμιὰ φορὰ ἰδῆτε
Καὶ τὸ τραγοῦδι τ’ ὄμμορφο τοῦ Ῥηγ’ ἀφιγκρασθῆτε
Καὶ νειώσετε βαθὺ σεισμὸ καὶ πυρκαϊὰ μεγάλη
Καὶ μάθετε πῶς ἡ Ἑλλὰς ’ζωντάνεψε καὶ πάλι.
Αἴ! τότε πλειὰ χαρούμενοι ξυπνῆστε, σηκωθῆτε
Γιὰ νὰ μᾶς συγχωρέσετε, γιὰ νὰ μᾶς εὐχηθῆτε!

Κωνστ. Φ. Σκοκοσ


ΤΟ ΣΧΕΔΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΞΥΛΑΡΑΚΗ

ΔΙΑΛΟΓΗ.

Ἐν τῷ μεγάλῳ ξενοδοχείῳ τῆς Κηφισσιᾶς τὴν δευτέραν Κυριακὴν τοῦ Μαΐου. Ἡ ἡμέρα εἷνε λαμπρὰ καὶ ἄπειρος κόσμος ἀνῆλθεν ἐξ Ἀθηνῶν. Φαιδροὶ ὅμιλοι διατρέχουσι τὸν κῆπον περὶ τὴν δείλην καὶ ἐν μέσῳ τοῦ θορύβου δύο νεάνιδες παίζουσι παρὰ τὸν πίδακα τὸν κυνηγητὸν ὡς ἂν ἦσαν ἐν τῇ αὐλῇ τοῦ σχολείου. Καθ’ ἣν στιγμὴν ἡ μία ἐξ αὐτῶν ἐκτείνει τὴν χεῖρα ὅπως συλλάβῃ τὴν ἑτέραν, ὀλισθαίνει ἐπὶ φλοιοῦ ὀπώρας καὶ παρ’ ὀλίγον νὰ πέσῃ εἰς τὸ μικρὸν ῥυάκιον ὅπερ διατέμνει τὸν κῆπον ἂν μὴ διήρχετο ἐκεῖθεν ὁ κύριος μαλσταμιδησ, ὅστις καὶ σώζει αὐτὴν ἀπὸ τῆς πτώσεως.

νεᾶνις ἐν τῇ ἀγκάλῃ τοῦ κ. Μαλσταμίδου εὑρισκομένη. — Ἆ…

Μαλσταμίδης μειδιῶν. — Εὐτυχῶς σᾶς προέλαβον ἄλλως θὰ ἐκάμνατε κακὸν λουτρόν.....