Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 073.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
73

οὐδαμῶς ταράσσονται, βλέπουσαι καὶ ἐμὲ, ὡς αὐτὰς, σοβαρόν. Ἀκροῶμαι εὐλαβῶς, ἀλλ’ ἐκτὸς μεμονωμένων τινῶν λέξεων δὲν ἐννοῶ τὰ μονότονα αὐτὰ ᾄσματα. Ὁ ἀκόλουθός μου, ὁ Ἀργεῖος ποιητὴς, ἔρχεται εἰς βοήθειάν μου καὶ ἀναγράφει τὸ κείμενον. Ἆ! Ἆ! ὦ εὐσεβεῖς χορεύτριαι καὶ ἀοιδοὶ, δι’ ἐμὲ εἷνε οἱ ὡραῖοι ὕμνοι! Ἐκ τῶν θεοτήτων ἐκλέγονται δύο μόνον ἡ Ἀφροδίτη καὶ ὁ Ἔρως. Ὑπὸ τὸν βαρὺν ἦχον τοῦ ντεφίου αἱ κόραι αὗται ἐτραγῴδουν τὰ ἑξῆς δίστιχα:

«Ὅπ’ ἔχει δυὼ ἀγαπητικιαῖς ἔχει χαρὰ μεγάλη,
Ἂν τὰ χαλάσῃ μὲ τὴ μιὰ, πηγαίνει μὲ τὴν ἄλλη.»

«Στὰ βουνὰ νὰ ζοῦσα, νάειχα τὰ ζαρκάδια συντροφιὰ,
Νὰ μὴν ἔβλεπα μπροστά μου τὴ μορφή σου τὴ γλυκειά.»

«Ἐσὺ ἀπ’ ἐκεῖ κ’ ἐγὼ ἀπ’ ἐδῶ κι’ ὁ τοῖχος μεσ’ τὴ μέση,
Τάζω περὶ στὴν Παναγιὰ νὰ γκρεμισθῇ νὰ πέσῃ.»

«Τὰ μάτια μ’ ἀπ’ τὴν ἀγρυπνιὰ κι’ ὁ νοῦς μ’ ἀπ’ τὴν ἀγάπη,
Τὰ χείλη μ’ ἀπ’ τὸ φίλημα ἐψήθη κ’ ἐμαράθη.»

«Θέλω νὰ πάω στὴν Ἀραπιὰ νὰ πιάσω ἕναν Ἀράπη,
Νὰ κάθουμαι νὰ τὸν ῥωτῶ, πῶς πιάνεται ἡ ἀγάπη.»

«Ἀπὸ τὰ μάτια πιάνεται, στὰ χείλη κατεβαίνει,
Κι’ ἀπὸ τὰ χείλη στὴν καρδιὰ ῥιζόνει καὶ δὲν βγαίνει.»

Ἂν μ’ ἀγαπᾷς μὲ τὴν καρδιὰ, νὰ μοῦ τὸ ἀποδείξῃς,
Μέσ’ τὸ χορὸ τὸ χέρι μου, ὅσῳ μπορεῖς νὰ σφίξῃς.»

Ἐξ ὑπογυίου δὲν λέγονται πολλὰ κατὰ τούτους τοὺς χοροὺς, διότι ἐν Ἄργει τοὐλάχιστον ἡ τέχνη σχεδὸν παρήκμασεν· τοὐναντίον ἐκ τῶν ἀπείρων πασιγνώστων διστίχων ἐκλέγονται ὅσα ἔχουν σχέσιν πρὸς μικρά τινα περιστατικὰ, γνωστὰ μόνον ταῖς χορευτρίαις. Μετὰ μικρὸν διάλειμμα τοῦ χοροῦ νεανίσκος, δεκαεξαέτης μόλις, μελανόφθαλμος καὶ ζωηρὸς, ὡδήγησε τὸν χορὸν, κρατῶν τὸ μανδήλιον τοῦ προχορευτοῦ καὶ μοὶ ἐτραγῴδησεν:

Ὁ ξένος εἰς τὴν ξενητειὰ, ὡσὰν πουλὶ γυρίζει,
Ὡσὰν βασιλικὸς ἀνθεῖ μ’ ἀλήθεια δὲν μυρίζει.»

Τότε πρῶτον, διαρκοῦντος τοῦ ἀτελευτήτου χοροῦ, ἐπεφάνη εἰς