Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1887 - 242.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
242

— Εἰς τὴν σύζυγόν μου!

— Εἷσθε λοιπὸν ἔγγαμος, κύριε Ξ; κατώρθωσε μόλις νὰ προσθέσῃ ἐκείνη, προφανῶς τεθορυβημένη.

— Καὶ πατὴρ δύο τέκνων, κυρία μου! ἀπεκρίθη ὁ καθηγητὴς, κινῶν τὴν κεφαλήν.

Ἐκείνη ὠχρίασεν. ᾘσθάνθη τὰ γόνατά της ἀτονοῦντα καὶ τρέμοντα, σκοτοδίνην εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ κεραυνοβόλον λύπην ἐν τῇ καρδίᾳ. Μετ’ ὀλίγον ὅμως συνεκέντρωσεν ὅλον τὸν ἐγωϊσμὸν καὶ τὴν ὑπερηφάνειάν της καὶ εἶπε ψυχρῶς καὶ μετὰ προσποιητῆς σοβαρότητος·

— Τότε ἔχετε δίκαιον, κύριε· ὑγιαίνετε!

Καὶ τῷ ἔτεινεν ἀξιοπρεπῶς τὴν χεῖρα.

Ἐκεῖνος δὲ, ἀντιχαιρετίσας, ἀπῆλθε, μόλις ἤδη ἐννοῶν ὁπωσδήποτε, τίνος φαντασιοπληξίας εἶχε γίνει θῦμα ἐκείνη, ἣν ὅμως κατ’ ἀρχὰς εἶχεν ἐκλάβει ὥς τινα ἐρωτότροπον, θέλουσαν νὰ παίξῃ ἢ νὰ διέλθῃ τὴν ὥραν της εὐαρέστως μαζῆ του ἀσκόπως καὶ τυχαίως, διότι αὐτὸς τοὐλάχιστον οὐδεμίαν εἶχεν εἴδησιν, εἰς ποῖον ἐν ἀγνοίᾳ του τὸν περιέπλεκε παιγνίδιον ὁ φιλοπαίγμων υἱὸς τῆς Ἀφροδίτης.

X

Ἡ ἀπροσδόκητος καὶ κεραυνοβόλος ἀποκάλυψις ἔπληξε βαθέως τὴν καρδίαν ἐκείνης καὶ διέλυσεν ἀσπλάγχνως τὴν μαγείαν τῶν ὀνείρων της. Μετὰ κόπου ἔφθασεν εἰς τὸν οἶκόν της καὶ ἀπεσύρθη εἰς τὸν θάλαμόν της, μὴ θέλουσα οὔτε νὰ δειπνήσῃ, ὡς ἀδιαθετοῦσα. Τὴν ἀφῆκαν μόνην καὶ ἥσυχον ν’ ἀναπαυθῇ.

Ὅτε ὅμως ἔμεινε μόνη, ἐστέναξεν ἔνδακρυς καὶ περίλυπος.

— Ἄνθρακες λοιπὸν ἦτο ὁ θησαυρὸς μου! ἔλεγεν. Ἔγγαμος καὶ πατὴρ δύο τέκνων! Αὐτὸ δὰ μᾶς ἔλειπε τόρα. Τί ἀτυχία! Τί ἀνοησία! Ἀκοῦς ἐκεῖ, ἔγγαμος καὶ πατὴρ δύο τέκνων; Μὴ χειρότερα! Ὡς τόσον ἡ καρδία εἶνε πολὺ ἀνόητον πρᾶγμα. Βλέπει τ’ ἀντικείμενα καὶ τὰ ἐξηγεῖ κατὰ τὴν ἀρέσκειάν της. Λογαριάζει συνήθως χωρὶς τὸν ξενοδόχον. Τί ἐπιπόλαιος ποῦ εἷνε ἡ νεότης καὶ μάλιστα ἡ τῶν γυναικῶν! Ὁ Θεὸς μ’ ἐφύλαξε καὶ δὲν ἐξέφρασα καθαρῶς τὸ αἴσθημά μου οὔτε εἰς ἐκεῖνον, οὔτε εἰς ἄλλον ἢ ἄλλην τινὰ, διότι ἄλλως δυστυχία μου καὶ μάλιστα, ἂν τὸ ἐμάνθανον καὶ αἱ σατυρικαὶ ἐφημερίδες.... Τόρα τὸ πᾶν ἐξηφανίσθη οἰκτρῶς. Τόρα ἐννοῶ, ὅτι ἡ σκηνὴ τῆς νυκτὸς ἐκείνης τοῦ θεάτρου ἦτο τῳόντι μία ἰδιοτροπία τῆς τύχης μου, ἓν τίποτε, καὶ δὲν μ’ ἐπῆρε ποσῶς εἴδησιν ὁ ἀφῃρημένος μας. Ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς!… Ἀτυχία καὶ ἐδῶ. Δὲν ἦτο τυχηρόν μου νὰ γείνω κυρία κα-