Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1887 - 237.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
237

λόκαλος, ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, εἷνε δυνατὸν νὰ παραδεχθῶ, ὅτι δὲν εὑρίσκει ὡραίαν πόλιν τὰς Ἀθήνας μας;

— Εὐχαριστῶ ἀπείρως διὰ τὰς εὐγενεῖς φιλοφροσύνας.

— Λέγω πάντοτε ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον αἰσθάνομαι, διέκοψεν ἐκείνη ὑπομειδιῶσα.

— Ἀλλά, μοὶ φαίνεται, δὲν ἐξηγούμεθα, προσέθηκεν ἐκεῖνος. Αἱ Ἀθῆναι τῳόντι εἶνε ὡραιοτάτη πόλις πλήρης καλλονῶν καὶ τέρψεων. Δὲν εἷνε ὅμως εἰς πάντας εὔκολον νὰ ζῶσιν ἐν αὐταῖς διαρκῶς, ἕνεκα τῶν βιωτικῶν ἀναγκῶν· ἐγὼ δὲ σᾶς ὡμίλησα, ἔχων ὑπ’ ὄψιν τοῦτο. Εἷνε, νομίζω, κομμάτι δύσκολος ἡ ζωὴ τόρα εἰς τὰς Ἀθήνας.

Ἐλαφρόν, ἀόριστον νέφος διῆλθε τὴν ψυχὴν ἐκείνης.

— Αὐτὸ διαφέρει πολύ, κύριε Ξ., ἀπήντησε. Πρόφασις ἄδικος κατὰ τῶν Ἀθηνῶν εἷνε τὸ ζήτημα τῶν βιωτικῶν ἀναγκῶν. Ὅλα οἰκονομοῦνται, ὅταν ἔχῃ τις τάξιν ἓν τῷ βίῳ του. Ἄλλως τε ἕκαστος ζῇ, ὅπως δύναται καὶ ὅπως θέλῃ.

— Καὶ ὅταν ἔχῃ οἰκογένειαν;

— Μάλιστα καὶ τότε.

— Ἂς ᾖνε· ἴσως ἔχετε δίκαιον! εἶπεν ἐκεῖνος, οἱονεὶ πειθόμενος, κυρίως ὅμως, διότι εὕρισκε πρέπον νὰ ὑποχωρήσῃ ἀπέναντι κυρίας καὶ νὰ μὴ παρατείνῃ ἄσκοπον συζήτησιν.

— Καὶ πολὺ μάλιστα! ἐφώνησεν ἐκείνη, περιπαθῶς ἀτενίζουσα αὐτόν.

Ἐπῆλθον στιγμαὶ σιωπῆς. Μετ’ ὀλίγον δὲ ἤρξατο διάλογος μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Ἀλέκου, εἰς ὃν ἐκείνη δὲν ἀνεμίχθη, οὐδ’ ἐπρόσεξε κᾄν, ἐντρυφῶσα εἰς τὴν μαγγανείαν τῶν ῥεμβασμῶν καὶ χιμαιρῶν της καὶ εὔχαρις, ὡσεὶ θριαμβεύουσα τέλος πάντων.

— Πόσον καλὸς καὶ εὐγενὴς εἷνε! διενοεῖτο. Δὲν εἷνε φίλερις καὶ πείσμων εἰς τὰς συνδιαλέξεις. Ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται ὀλίγον τραχύς, ἀλλ’ εἷνε ἄκακος ἀμνὸς καὶ ἐπὶ τέλους πείθεται. Σοβαρὸς ἄνθρωπος, ὁ δὲ ξανθὸς ὡραῖος πώγων του καὶ τὰ δίοπτρά του τὸν κάμνουν σοβαρώτερον. Τόσῳ τὸ καλλίτερον! Ἄμ’ τί, νὰ ἦτο κανὲν παιδαρέλι; Εἶνε δὰ καὶ ἀρκετὰ νόστιμος. Ἀλλ’ ἔχει καὶ ἀνατροφήν, αἱ δὲ λευκαὶ καὶ ἁβραὶ χεῖρές του μαρτυροῦν, ὅτι εἷνε καὶ ἀπὸ καλὴν οἰκογένειαν. Πρέπει νὰ ᾗνε εὔπορος, ἀφοῦ πέρνῃ θεωρεῖον εἰς τὸ θέατρον, καὶ θὰ διακρίνεται καὶ εἰς τὸ ἐπάγγελμά του καὶ ἐπὶ τέλους θὰ ἔχῃ καρδίαν χρυσῆν. Κρῖμα, νὰ μὴ τὸν γνωρίσω πρὸ δέκα ἐτῶν. Ἀλλὰ κάλλιον ἀργά, παρὰ ποτέ, λέγει ἡ παροιμία. Εὐλογημένη ἡ στιγμή, ποῦ τὸν ἐγνώρισα. Αἰσθάνομαι καλῶς, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς προσσήγγισεν εἰς μάτην. Αὐτὸς μοῦ πρέπει. Αὐτὸς εἷνε δι’ ἐμὲ. Τὸν ἀγαπῶ ἤδη καὶ μ’ ἀγαπᾷ. Τί τύχη! Κάλλιον τύχης σταλαγμὸς ἢ πίθος φρενῶν....