Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου (1918) - 034.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
34

τας τὸ χέρι πρὸς τὴ γῆ). Τώρα βρίσκομαι σὲ ἀνταπόκριση μὲ τὸ χῶμα... (παύση). Τίποτα πιὰ δὲ μοῦ κάνει ἐντύπωση, οὔτε ἡ λύπη, οὔτε καὶ ἡ χαρά. Ἐσένα; (τὴν κυττάζει).

Δέσπ. (κουνεῖ τὸ κεφάλι σὰ νὰ μιλῇ στὸν ἑαυτό της). Καλὰ λές, καϋμένε!..

Κωστ. Συλλογίζομαι πὼς ἔτσι θὰ εἶνε καὶ ὁ Θεός: ἀσυγκίνητος στὶς λύπες καὶ στὶς χαρὲς τῶν πλασμάτων του. Μοῦ φαίνεται πῶς μπορῶ νὰν τὸν ἀντικρύσω σὰν ἴσος πρὸς ἴσον!..

Δέσπ. (θαυμάζει). Νοιώθεις τὸν ἑαυτό σου τόσο δυνατὸ καὶ τόσο ἥσυχο;!

Κωστ. Ἂν ἡ ἀδιαφορία εἶνε δύναμις... ἔ, τότε ναί! Καὶ γιὰ νὰ δῇς... Νά! θυμᾶμαι συχνὰ τὴν πεθαμένη μας κόρη καὶ δὲ θλίβομαι πιά. Μάλιστα νομίζω πώς, καθὼς εἶμαι ἔτσι ἕτοιμος γιὰ τὸ τελευταῖο ταξίδι, κἄπου θὰν τὴν ἀπαντήσω.

Δέσπ. Γιατί νὰ θλιβώμαστε πιὰ ἑμεῖς; Τώρα πρέπει οἱ ἄλλοι νὰ θλίβωνται γιὰ μᾶς...

Κωστ. Μήπως μᾶς ἔμεινε καὶ καμμιὰ εὐχαρίστηση στὴ ζωή;... Ὡς καὶ ὁ ὕπνος μᾶς ἀρνιέται. Ὅλη τὴ νύχτα σχεδὸν μένω ἄγρυπνος μὲ χιλίους πόνους σ’ ὅλο μου τὸ κορμί...

Δέσπ. (εἰρωνεύεται τὴν παροιμία). «Χαρὰ στὸ γέρο π’ ἀγρυπνᾷ... »

Κωστ. Ἔ, λόγια... Ἐγὼ βλέπω πῶς δὲ μᾶς μένει πιὰ καμμιὰ χαρά...

Δέσπ. Μᾶς ἔμεινε μιά... Ἐξέχασες πῶς ἀνάμεσα στὴ ζωὴ ποὺ ἔγεινε ξένη γιὰ μᾶς, ἐμείναμε οἱ δυό μας κοντά, κοντά, σὰ δυὸ καλοὶ σύντροφοι; (μικρὴ παύση). Κι’ ἂν ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δυό μας λείψῃ...

Κωστ. Ἔ... τὸ σκοινὶ ποὺ μᾶς δένει εἶνε τόσο κοντὸ ποὺ γρήγορα θὰ τραβήξῃ καὶ τὸν ἄλλο! (μεγάλη παύση). Καὶ νὰ συλλογίζωμαι πῶς μπορούσαμε νὰ εἴχαμε χωρίση ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια!

Δέσπ. (ξαφνιάζεται). Ἔ;

Κωστ. Ναί... εἶνε μιὰ ἱστορία...

Δέσπ. (ἐνδιαφέρεται). Δὲ μοὖπες ποτὲ τίποτα!..

Κωστ. Ναί... δὲν ηὗρα τὴν κατάλληλη στιγμὴ —

Δέσπ. Μπᾶ;...

Κωστ. Ναί. Κι’ ἅμα θὰ στὴν πῶ, θὰ μοῦ φανῇ πῶς κατέβηκα πιὰ καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.

Δέσπ. (παίρνει τὴ στάση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἑτοιμάζεται ν’ ἀκούσῃ). Γιὰ λέγε...

Κωστ. (ἤρεμος πάντα). Θυμᾶσαι ποὺ κἄποτ’ ἔφυγα γιὰ τὴν Αἴγυπτο;

Δέσπ. Βέβαια, θυμᾶμαι.

Κωστ. Πόσα χρόνια πᾶνε ἀπὸ τότε;...

Δέσπ. Στάσου νὰ σοῦ πῶ... (προσπαθεῖ νὰ θυμηθῇ)... καμμιὰ τριανταριά...

Κωστ. Τριάντα δυό, γιὰ τὴν ἀκρίβεια. Δηλαδή, ἕξη χρόνια μετὰ τὸ γάμο μας. Ξέρεις γιατί ἔφυγα;