Ἰδού, φίλτατέ μοι συνώνυμε παρὰ σῖγμα,—ὡς θὰ ἐλέγομεν παρὰ τρίχα—ἓν θέμα τὸ ὁποῖον, ἀφ’ ἧς ἡμέρας εἶχες τὴν καλωσύνην νὰ ζητήσῃς καὶ παρ’ ἐμοῦ ὀλίγας γραμμὰς πρὸς συμπλήρωσιν τοῦ ἡμερολογίου σου, μὲ ἀπασχολεῖ, ἀλλὰ τὸ ὁποῖον δὲν δύναμαι νὰ ἐξεύρω ὅσον καὶ ἂν βασανίζω τὸν ἐγκέφαλόν μου.
Κἄτι τι τὸ ὁποῖον δὲν ἐγράφη! ἀλλὰ τί μέχρι τοῦδε δὲν ἐγράφη πρὸς θεῶν, ἀφοῦ ὅλοι περὶ ὅλων ἐν Ἑλλάδι γράφουσι ;
Περιστρέψωμεν ἐν τούτοις ἀκόμη τὴν κεφαλήν μας, ὡς ὁ ταχυδακτυλουργὸς τὴν θαυματοποιὸν αὑτοῦ φιάλην, ἐξ ἧς ποικίλα τὴν γεῦσιν καὶ τὸν σχηματισμὸν ἐξάγονται ρευστὰ καὶ ἴδωμεν μήπως καὶ ἐκ ταύτης παραχθῇ τι καινόν... Πλὴν μάτην ! Οὐδὲν καινὸν προάγεται εἰς φῶς, καὶ τοὐναντίον πολλὰ κενὰ ἐν αὐτῇ διαφαίνονται...
— Ἀλλὰ πῶς, ἴσως ἀνακράξῃς, δὲν διασώζεται λοιπὸν οὐδεὶς κόκκος πρωτοτυπίας...