Σελίδα:Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).djvu/165

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
160
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
128
(Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΑΠΑΡΝΗΜΕΝΗΣ)
[Τὸ τραγοῦδι τῆς κόρης ποῦ καταρᾶται τὸν ἐγκαταλείψαντα αὐτὴν ἐραστὴν φέρεται εἰς πολυαρίθµους παραλλαγάς, αἱ ὁποῖαι ἕνεκα τῶν πρὸς ἀλλήλας διαφορῶν δύνανται νὰ διακριθῶσιν εἰς δύο χωριστοὺς τύπους. Κατὰ τὸν ἕνα τούτων, «κορίτσι κρυφαγκάλιαστο καὶ κρυφαγγαστρωµένο» ὑπολογίζει τὸν χρόνον, καθ’ ὃν θὰ ἴδῃ τὸ φῶς ὁ καρπὸς τῶν λαθραίων γάµων, καὶ προσωποποιοῦν τοὺς μῆνας τῆς ἐγκυμοσύνης ἐπικαλεῖται τὴν βοήθειαν αὐτῶν καὶ καταρᾶται τὸν ἐγκαταλείψαντα ἐραστήν. Κατὰ δὲ τὸν ἕτερον τύπον ὁ ἄπιστος ἑραστὴς εὑρίσκεται μακρὰν καὶ ἡ κόρη μετὰ ζηλοτύπου ἀγωνίας ἀναπολεῖ αὐτὸν καὶ σκληρῶς τὸν καταρᾶται· ἀλλ’ αἱ βαρεῖαι κατάραι δυσκόλως συγκαλύπτουν τὸ διατηρούμενον ἐντός της ἀκοίμητον πῦρ τοῦ ἔρωτος, τὸ ὁποῖον εἰς τὸ τέλος λαμπρὸν ἀναθρώσκει, εἰς κραυγὴν ἐκ τοῦ βάθους τῆς καρδίας ἐξερχομένην, εἰς τὴν δήλωσιν ὅτι προθύμως θὰ ὑποστῇ τὰ πάνδεινα διὰ νὰ μὴ πάθῃ κακὸν ὁ ἀγαπητὸς αὐτῆς. Αἱ δύο κατωτέρω παραλλαγαὶ ἀνήκουν εἰς τὸν δεύτερον τύπον.
 Τὸ ᾆσμα φαίνεται πολὺ παλαιόν, παραλλαγὰς δὲ αὐτοῦ εὑρίσκοµεν καὶ εἰς τὴν μεσαιωνικὴν ἡμῶν ποίησιν. Ἐν τῷ ἐπιμέτρῳ δημοσιεύομεν δύο τούτων. Μέ τινας ἀσημάντους μεταβολὰς εἶναι ἐν χρήσει καὶ ὡς τραγοῦδι τῆς ξενιτειᾶς.]
Αʹ

Φεγγάρι µου, ποῦ σαι ψηλὰ καὶ χαμηλὰ λογιάζεις,
πουλάκια, ποῦ εἰστε ’ς τὰ κλαριὰ καὶ ’ς τοῖς κοντοραχούλαις,
καὶ σεῖς περιβολάκια µου, μὲ τὸ πολὺ τὸ ἄνθι,
μὴν εἴδατε τὸν ἀρνηστή, τὸν ψεύτη τῆς ἀγάπης;
ὁποῦ μ’ ἐφίλειε κ’ ὤμονε, ποτὲ δὲ μ’ ἀπαρνειέται,
καὶ τώρα μ’ ἀπαράτησε σὰν καλαμιὰ ’ς τὸν κάμπο·
σπέρνουν, θερίζουν τὸν καρπὸ κ’ ἡ καλαμιὰ ἀπομένει,
βάνουν φωτιὰ ’ς τὴν καλαμιὰ κι’ ἀπομαυρίζει ὁ κάµπος.
Ἔτσι εἶναι κ’ ἡ καρδοῦλα µου μαύρη, σκοτεινιασµένη.

Θέλω νὰ τὸν καταραστῶ καὶ τὸν πονεῖ ἡ ψυχή µου,
μὰ πάλι ἂς τὸν καταραστῶ κι’ ὅ τι τοῦ μέλλει ἂς πάθῃ.

Σὲ κυπαρίασι ν’ ἀνεβῇ, νὰ µάσῃ τὸν καρπό του,
τὸ κυπαρίσσι νά εἰν’ ψηλό, νὰ λυγιστῇ νὰ πέσῃ.
Ἀπὸ ψηλὰ νὰ γκρεμιστῇ καὶ χαμηλὰ νὰ πἐσῃ,
σὰν τὸ γυαλὶ νὰ ῥαγιστῇ, σὰν τὸ κερὶ νὰ λειώσῃ·
νὰ πέσῃ εἰς τούρκικα σπαθιά, εἰς φράγκικα μαχαίρια.
Πέντε γιατροὶ νὰ τὸν κρατοῦν καὶ δέκα μαθητᾶδες,