Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/80

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 74 —

Ἀγγέλου εἶνε σπάνιαι καὶ νομίζει κανεὶς ὅτι εἶνε ἄλλος ἄνθρωπος. Δὲν εἶνε πλέον ζωηρός, ὅπως ἦτο, καὶ ὁμιλητικός. Ἡ σοβαρότης αὕτη ἐκπλήττει τὸν φίλον του ὅστις, ἀποδίδων αὐτὴν εἰς ἄλλας ἀφορμάς, συχνὰ τὸν πειράζει, δὲν ἐκπλήττει ὅμως τὴν Ἀρσινόην, ἀλλὰ τὴν ἀνησυχεῖ, φοβουμένην μὴ ἡ ἀσυνήθης αὕτη μετατροπὴ κρύπτῃ καμμίαν παγίδα… Ὁ καιρὸς ὅμως παρέρχεται καὶ ἡ Ἀρσινόη δὲν ἔχει λόγους νὰ φοβῆται· ἀπ’ ἐναντίας τώρα λυπεῖται… Ὁ Φωκίων εἶνε σκυθρωπὸς καὶ ἡ μελαγχολία του, ὀλίγον κατ’ ὀλίγον, μετεδοθη καὶ εἰς τὴν Ἀρσινόην, ἥτις μόνον ἐνώπιον τοῦ συζύγου προσποιεῖται τὴν εὔθυμον. Τὴν μεταβολὴν ταύτην ὁ Φωκίων τὴν ἀντελήφθη ἀμέσως καὶ δὲν δυσηρεστήθη· προφανῶς ἐν τῇ ψυχῇ τῆς Ἀρσινόης ἐτελεῖτο πάλη. Ἦτο πάντοτε ἡ αὐτὴ γαλήνιος καὶ ἀξιοπρεπὴς γυνή, ἀλλὰ πολὺ τὴν δυσηρέστει τώρα ἡ δυσθυμία τοῦ Φωκίωνος, ὅστις ἐξηκολούθει ἐπιμόνως τὴν αὐτὴν τακτικήν, προβαίνων μέχρι τοῦ μέτρου ν’ ἀποφεύγῃ ὅσον ἠδύνατο νὰ τὴν βλέπῃ μόνην…

Ἡμέραν τινὰ ἐν τούτοις ὁ Φωκίων δὲν ἠδυνήθη νὰ τὴν ἀποφύγῃ. Ἦτο μελαγχολικώτερος τοῦ συνήθους καὶ εἰς τὴν ἐρώτησιν τῆς Ἀρσινόης διατὶ ἡ τόση του δυσθυμία, ἐκεῖνος ἀπήντησεν ὅτι ἦτο πολὺ σκληρὸς ὁ περίγελως, ἀφοῦ κάλλιστα γνωρίζει τὴν ἀφορμήν… Καὶ ἐπρόσθεσε μὲ φωνὴν ὁμοιάζουσαν μᾶλλον ψιθυρισμόν: — Καὶ νὰ μὴν ἠμπορῶ ν’ ἀπομακρυνθῶ… — Ἀλλ’ ἡ φιλία τότε; εἶπεν ἐκείνη. — Δὲν ὑπάρχει καμμία, ἀπήντησεν ἐκεῖνος μὲ πικρίαν. — Οὔτε ἡ ἰδική μου; εἶπεν ἐκείνη ταπεινοφώνως, χωρὶς νὰ τὸν ἀτενίσῃ… Εἰς τὸν τόνον τῆς φωνῆς ὁ νέος διέκρινε τρυφερότητα… ἡ καρδία του ὑπερεπληρώθη, ἀλλ’ ἡ Ἀρσινόη ἠγέρθη. — Θέλω νὰ εἶσαι εὔθυμος, τ’ ἀκούεις; εἶπε τεταραγμένη· τὸ θέλω. Καὶ ἀπεμακρύνθη ἐσπευσμένως.