Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/58

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 52 —

ἀπὸ φόβον μὴν ἀποκαλυφθοῦν καὶ τὰς ἰδῇ ὁ κόσμος, ὅστις συνήθως κρίνει ἀπὸ τὴν ἐπιφάνειαν, ἐπιπολαίως, στεφανώνων ἢ στιγματίζων ἀδιακρίτως καὶ μὲ σκληρότητα ἐνίοτε, ἧς δὲν φαίνεται ἔχων συνείδησιν. Καί…

Ὁ ἰατρὸς εἶχεν ὄρεξιν νὰ συνεχίση τὰς φιλοσοφικάς του σκέψεις, ἀλλὰ τὸν ἐπανεφέραμεν εἰς τὴν τάξιν διὰ βοῆς γενικῆς καὶ ἐξηκολούθησε τὴν διήγησιν, ὡς ἐν παρενθέσει, καλλύνας αὐτήν, μὲ τὸ ἑξῆς συγκινητικὸν ἐπεισόδιον.

«Τὸν ἔλεγαν βαρὺν καὶ σχεδὸν ἀναίσθητον καὶ ὅμως πολλοὶ εἶνε μάρτυρες τοῦ ἡρωϊσμοῦ καὶ τῆς αὐταπαρνήσεώς του. Ἐνθυμοῦνται, εἶχε πιάσῃ φωτιὰ τὸ καμαρὶ ἑνὸς σπιτιοῦ στὰ Ματογιάνια. Κόσμος πολὺς εἶχε συναχθῇ ἀπὸ κάτω, μεταξὺ δὲ καὶ μερικοὶ ἄνδρες, καὶ ὅλοι ἔβλεπον μὲ ἀγωνίαν τὰς προόδους τῆς πυρκαϊᾶς χωρὶς νὰ κινῶνται. Γλῶσσαι πυρὸς ἀπειλητικαὶ ἐξήρχοντο ἀπὸ τὸ μόνον παράθυρον τοῦ καιομένου δωματίου καὶ ἀφοῦ κατέφαγαν τοὺς παραστάτας, ὁποῦ ἐτριζοκοποῦσαν ἀπαίσια, ἐγλυστροῦσαν ἐπάνω εἰς τὸ ἀσβεστόχρισμα τῶν τοίχων, ζητοῦσαν νέαν τροφήν. Φωναὶ φρίκης ὀξύταται, σπαρακτικαὶ ἐπάγωναν τὸ αἷμα εἰς τὰς φλέβας τῶν θεατῶν, ἀδυνατούντων νὰ δώσουν χεῖρα βοηθείας οἱασδήποτε. Αἱ ἀπελπιστικαὶ φωναὶ ἦσαν τῆς οἰκοκυρᾶς, νέας ὀρφανῆς, ἥτις ἔβλεπε τὴν ζωήν της ἀπειλουμένην ἀπὸ τὸν φρικτώτερον τῶν θανάτων. Ἔβλεπε ὁ κόσμος καὶ ἠγωνία, ὅτε ἀπὸ τὸ πλῆθος ἀποσπᾶται ῥωμαλέος ἄνδρας, ὁρμᾶ ἐπὶ τῆς πετρίνης κλίμακος, τὴν διασκελίζει, εἰσέρχεται εἰς τὴν οἰκίαν καὶ διὰ τῆς ξυλίνης κλίμακος, ἥτις ἔφερεν εἰς τὸ ἄνω πάτωμα, ἀναβαίνει ταχύς, μέσα εἰς τὰς φλόγας καὶ χωρὶς διολου ν’ ἀναμετρήσῃ τὸν κίνδυνον, ἐμβαίνει εἰς τὸ δωμάτιον, ἁρπάζει τὴν νέαν ἔξαλλον ἐκ φρίκης, εἰς τοὺς στιβαρούς του βραχίονας καὶ διὰ τῆς ἰδίας κλίμακος, καιομένης ἤδη καὶ ἀπειλούσης νὰ καταπέση, κατέρχεται τρέχων μὲ τὸ φορτίον του, τὸ ὁποῖον ἐναποθέτει