Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/47

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 41 —

Τρεῖς μῆνες ἀργώτερα, μιὰ πρωϊνή, στὸν αὐλόγυρο τῆς Μονῆς, ἐπαρουσιάσθη μὲ τὸ φτωχικό του κομπόδεμα, ὁ Ἄνθιμος, ὁ καλόγερος.

— Καλὸ στὸ χελιδόνι ποῦ μᾶς ἤφερε πάλι τὴν ἄνοιξη· τὸν ἐχαιρέτισε ὁ παππᾶ Κύριλλος.

— Ἀμήν! εἶπεν ὁ Ἄνθιμος.

Ὁ δὲ παππᾶ Φίλιππος, ὁποῦ ἐγνώριζε καλὰ τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πράματα καὶ πῶς γίνονται μεγάλες ἐνέργειες γιὰ νὰ γυρίσῃ πίσω ὁ παππᾶ Συνέσιος, παρὼν στὴν ὁμιλί’ αὐτή, ἐκίνησε μελαγχολικὰ τὸ κεφάλι του.