Σελίδα:Γεωγραφία Στοιχειώδης.pdf/215

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
199
ΠΕΡ. Β′. ΜΕΡΟΣ Β′. ΒΙΒΛ. Β′. ΚΕΦ. Α′.

βων (κάτ. 10,426). Πλησίον τῶν Τσιπιανῶν εἶναι τὰ ἐρείπια τῆς ἀρχαίας Μαντινείας, εἰς δὲ τὴν παλαιὰν Ἐπισκοπὴν τὰ τῆς Τεγέας, περὶ τὰ ὁποῖα εἶναι ταπεινὰ χωρίδια γεωργῶν. — Λεβίδιον καὶ Κανδήλα (δῆμος Ὀρχομενοῦ) πρὸς τὰ μεθόρια τῆς Ἀργείας. — Βαλτέσιον πρὸς Μ: τῆς Τριπόλεως, Πιάνα καὶ Δαβιὰ πρὸς Β: ὀνομαστοὶ τόποι διὰ τὰς μεταξὺ τῶν Τούρκων αὐτῆς τῆς πόλεως συναφθείσας μάχας, κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς ἐθνεγερσίας, καὶ ἐπὶ Ἰμβραήμη μετὰ τῶν Ἑλληνικῶν στρατευμάτων (πληθ. ὅλης τῆς ἐπαρχίας 39600 εἰς 9 δήμους).

Γορτυνία. Ἄλλο μέρος τῆς Ἀρκαδίας ὑψηλότερον καὶ ὀρεινὸν, συνορεῦον μὲ τὰς ἐπαρχίας Καλαβρύτων, Ἤλιδος, Τριφυλίας καὶ Ὀλυμπίας, συνιστᾷ τὴν ἐπαρχίαν ταύτην, περιλαμβάνουσαν 11: δήμους καὶ πληθ. 48747. — πρωτεύουσα Καρύταινα (νῦν δῆμος Γόρτυνος κάτ. 4 χιλ.) ἐπὶ τόπου ὑψηλοῦ μὲ φρούριον, ὑπὸ τὸν ὁποῖον ῥέει ὁ Σελινοῦς ποταμός. — Πρὸς Β: Δημητσάνα (νῦν δῆμος Θεισόας) ὀνομαστὴ διὰ τὸ ἑλληνικόν της Σχολεῖον, συστηθὲν πρὸ τοῦ 1770 (κάτ. 2300). Αὐτοῦ ἐγεννήθη καὶ ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης Γρηγόριος, ὁ κρεμασθεὶς ὑπὸ τῶν Τούρκων κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα εἰς τὴν θύραν τοῦ Πατριαρχείου, ἅμα ἐκραγείσης τῆς ἐπαναστάσεως. — Ζάτουνα, πλησίον τῆς Δημητσάνης καὶ εἰς τὸν αὐτὸν δῆμον ὑπαγομένη, ὡραία κωμόπολις, ὀρεινὴ καὶ βιομήχανος (κάτ. 1300 καὶ ὅλου τοῦ δήμου 6280).—Β-Ἀν: τῆς Δημητσάνης Βυτίνα (δῆμος Νυμφασίας) κωμόπολις, ἔχουσα καὶ πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως ἑλληνικὸν Σχολεῖον (κάτ: τοῦ δήμου 5. χιλ.).—Λαγκάδια (δῆμος Τευθίδος κάτ. 4400) καὶ ἔτι βορειότερα πρὸς τὰ σύνορα τῶν Καλαβρύτων, Κοντοβάζαινα (δῆμος Ἐλευσῖνος κάτ. 4800) ἀρκετὰ σημαντικαὶ κωμοπόλεις. Ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς ἐπαρχίας ταύτης, οὔσης ὀρεινῆς, ζῶσιν ἀπὸ τῆς κτηνοτροφίαις, μικρᾶς βιομηχανίας καὶ γεωργίας· ἐσχάτως δ’ ἐδόθησαν καὶ εἰς σταφιδοφυτείας σημαντικὰς, καταβαίνοντες εἰς τὰ παράλια τῆς Τριφυλίας. — Ἐπαρχ: τῆς Μεγαλοπόλεως πρὸς Μ: τῆς ἀνωτέρω· σύγκειται ἀπὸ τρεῖς δήμους ἔχοντας πληθ. 13,450 ψυχῶν — πρωτεύουσα αὐτῆς εἶναι τοῦ Σινάνου (δῆμος Μεγαλοπόλεως) ταπεινὸν χωρίον εἰς πεδιάδα, πλησίον τῶν ἐρειπίων της ἀρχαίας Μεγαλοπόλεως. — Λεοντάρι (δῆμος Φαλαισίας) ἐπὶ βουνοῦ, πλησίον τῆς διόδου ἀπὸ τῆς Μεσσηνίας εἰς τὸ ὀροπέδιον τῆς Ἀρκαδίας.

419. στερεα (ἢ ἰδίως ελλας). Πρὸς Β: τῆς Πελοποννήσου καὶ πρὸς Μ: τῆς Θεσσαλίας, μεταξὺ τῶν κόλπων τῆς Ἄρτας καὶ τοῦ Βώλου, τοῦ Κορινθιακοῦ καὶ τοῦ Σαρωνικοῦ, τοῦ Ἰο-