Σελίδα:Αθηναΐς Α αρ. 8.djvu/1

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.


 ΕΤΟΣ Α΄.ΑΡΙΘ. 8. 
ΑΘΗΝΑΙ.—ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1876.


ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΕΚΑΣΤΟΝ ΦΥΛΛΟΝ
ΠΡΟΠΛΗΡΩΤΕΑ ΤΙΜΑΤΑΙ

Ἐν Ἑλλάδι....................................................................................................................................................................................................................................................Δρ. 2.—

ΕΚΔΙΔΟΤΑΙ ΑΠΑΞ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

Λεπτῶν....................................................................................................................................................................................................................................................20

Ἐν τῇ ἀλλοδαπῇ....................................................................................................................................................................................................................................................0»0 2.50

261—ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΟΔ. ΕΡΜΟΥ—261



Η ΑΞΙΑ ΘΥΓΑΤΗΡ

Οὐχὶ μόνον ὁ χριστιανισμὸς ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ ἱστορία ἐν γένει ἀνέκαθεν ἐτίμησε καὶ ἀντήμειψε τὴν ἀγαθὴν θυγατέρα ὡς ἔχουσαν τὰ στοιχεῖα τῆς ἀληθοῦς γυναικός. Ὅ,τι ἡ γυνὴ πολλάκις ἀπέτυχε ν’ ἀποκτήσῃ διὰ στολισμοῦ, ὡραιότητος, φυσικῆς κομψότητος ἢ διανοητικῆς ὑπεροχῆς δηλ. δόξαν καὶ εὐδαιμονίαν, ἀπέκτησε διὰ τῆς ἁπλῆς ἐκτελέσεως τῶν οἰκιακῶν καθηκόντων αὐτῆς καὶ ἰδίως διὰ τῆς πρὸς τοὺς γονεῖς ἀγάπης. Ἐπανειλλημένως ἠγανάκτησεν ἡ καρδία ἡμῶν βλεπόντων τὸ οἰκτρότατον ἐν τῇ πρωτευούσῃ θέαμα ἤτοι κόρην ὑπερήφανον ἅμα καὶ ἀνόητον, κακότροπον, ἀναξιοπρεπῆ καὶ ἀφιλότιμον, φέρουσαν ὄπισθεν τὴν μητέρα της δίκην ὑπηρετρίας· κατὰ τοῦ τοιούτου ἐθίμου, πᾶσα εὐγενὴς καὶ χριστιανικὴ καρδία ὀφείλει νὰ διαμαρτυρηθῇ στιγματίζουσα τὰ τοιαῦτα πλάσματα ὡς ἀνάξια τῆς ἀξιοπρεπείας τῆς εὐγενοῦς καὶ ἀληθοῦς γυναικός.

Πόσον διάφοροι εἶναι αἱ θυγατέρες ἐκεῖναι, ἃς ἡ ἱστορία ἐκθειάζει διὰ τὴν πρὸς τοὺς γονεῖς αὐτῶν ἀγάπην καὶ σεβασμὸν. Ἠκούσαμεν περὶ θυγατρὸς, ἧς ὁ πατὴρ ὑποπέσας εἰς ἕξεις μέθης ἀπώλεσεν ὄχι μόνον ὑγείαν, ὑπόληψιν, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν τὴν περιουσίαν του ὥστε ἡ ποτὲ ἐν πολυτελείᾳ διατελοῦσα οἰκογένειά του ἤδη ἦν πενεστάτη. Ἡ νεαρὰ κόρη του συναισθανθεῖσα τὴν ταλαιπωρίαν τοῦ πατρὸς εἰσῆλθεν εἰς συνθήκην, τρόπον τινὰ, μετ’ αὐτοῦ ὅτι ἐὰν αὐτὸς ὑπόσχεται νὰ ἀπέχῃ ἐντελῶς τῶν μεθυστικῶν ποτῶν, αὕτη ἠδύνατο νὰ πληρώσῃ τὸ χρέος καὶ οὕτῳ σώσῃ πολυτιμώτατον κτῆμα. Ἐγένετο. Ἡ θυγάτηρ κατέφυγεν ἵνα ὑπηρετήσῃ ἐν οἰκογενείᾳ τινὶ ἔνθα καὶ ἐσπούδαζε, διεκρίθη καὶ τέλος ἔλαβε θέσιν ἓν τινι σχολῇ ὡς διδασκάλισσα, καὶ οὕτω διὰ πολλῶν κόπων καὶ μόχθων, ἡ θυγάτηρ αὕτη τοῦ ἀσώτου ἐγένετο ἡ σώτειρα τοῦ πατρὸς καὶ ὁ στῦλος τῆς οἰκογενείας.

Ἡ Ῥωμαϊκὴ ἱστορία ἀναφέρει ὅτι ἐπίσημος τις ἀνὴρ καταδικασθεῖς εἰς τὸν διὰ ἀγχόνης θάνατον ἐῤῥίφθη εἰς τὰς φυλακάς, ἀλλ’ ἐπειδὴ ὁ δεσμοφύλαξ εὐσπλαγχνίσθη αὐτὸν διὰ τὴν ἐπισημότητά του καὶ δὲν ἤθελε νὰ τὸν θανατώσῃ ἀπεφάσισε νὰ τὸν ἐγκαταλείψῃ ν’ ἀποθάνῃ τῆς πείνης, εἰς μόνην δὲ τὴν θυγατέρα του ἐπετρέπετο ἡ εἴσοδος. Ἡμέραι πολλαὶ παρῆλθον καὶ ὁ κατάδικος ἐφαίνετο ἀκμαῖος ὅπερ ἐκίνησε τὴν περιέργειαν τοῦ δεσμοφύλακος, ὅστις ζητήσας τὸ αἴτιον τῆς ἀποτυχίας του εὗρεν ὅτι ἡ θυγάτηρ ἔτρεφε τὸν πατέρα διὰ τοῦ γάλακτος τῶν μαστῶν της. Τὸ δεῖγμα τοῦτο τῆς ἀγάπης τὸν μὲν πατέρα ἔσωσε τοῦ θανάτου, τὴν δὲ θυγατέρα ἐτίμησε, ἐπὶ τούτῳ ἀνεγερθέντος ναοῦ τῆς πρὸς τοὺς γονεῖς ἀγάπης τῶν τέκνων.

Λέγεται καὶ περὶ τοῦ διακεκριμένου γάλλου Bozette ὅτι ἐῤῥίφθη ποτὲ ἐν τῇ φυλακῇ μετὰ τῆς θυγατρός του ἀναμένων τὴν ἀπόφασιν τοῦ δικαστηρίου. Καὶ ἡ μὲν θυγάτηρ ἠθωώθη, ὁ δὲ πατὴρ κατεδικάσθη εἰς θάνατον, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἡ νέα, Ἐλισσάβετ ἠρνεῖτο νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸν πατέρα αὐτῆς ἡ ἐκτέλεσις ἀνεβλήθη ἐπί τινα χρόνον. Τέλος τὴν 2αν Σεπτεμβρίου 1792 ὁ πατὴρ προσεκλήθη νὰ ὑποστῇ τὴν ποινὴν καὶ ἠνέχθη εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης· ὅτε δὲ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ ἐτέθη ἐπὶ τοῦ κορμοῦ καὶ ὁ δήμιος ὕψωσε την χεῖρα αὐτοῦ ἵνα διὰ τῆς ἀξίνης ἀποκόψῃ τὴν κεφαλήν του, ἡ θυγάτηρ διασχίσασα τὸ πλῆθος καὶ ῥιφθεῖσα ἐπὶ τοῦ τραχήλου τοῦ πατρὸς αὐτῆς, ἀνέκραξε πρὸς τὸν δήμιον: «Κτύπα,