Σελίδα:Άπαντα Σολωμού.djvu/241

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
229


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ

32

’Σ τὴν κορυφὴ τῆς θάλασσας πατῶντας
Στέκει καὶ δὲ συγχίζει τὰ νερά της,
Ποὺ ’ς τὰ βάθη τοὺς μέσα ὁλόστρωτα ὄντας
Δὲν ἔδειχναν τὸ θεῖον ἀνάστημά της.
Δίχως αὔρα νὰ πνέῃ, φεγγοβολῶντας
Ἡ ἀναλαμπὴ τοῦ φεγγαριοῦ κοντά της
Συχνότρεμε, σὰ νά χε ἐπιθυμήσῃ
Τὰ ποδάρια τὰ θεῖα νὰ τῆς φιλήσῃ.

33

Κείθενε μὲ τὸ μάτι ὅποιος γυρεύει
Γιὰ νὰ ἰδῇ τὴ θωριὰ τὴ μακρυσμένη,
Τῆς Ἀφρικῆς τὴ θάλασσα ἀγναντεύει
Πάντα ἀφράτη καὶ πάντα ἀγριωμένη.

34

Θανάτου ἐτιά, ποῦ τὰ κλωνάρια γέρνεις
’Σ τὴν κατοικιὰ τὴν ὕστερη τ’ ἀνθρώπου.

35

Ἐὰν τὴν ἄκρην του ὁ ζέφυρος δὲ γγίζει,
Στέλνει ἀκίνητον ἥσκιο ὁποῦ μαυρίζει.

36

Εἰς τὴν ἅρπα γλυκὰ γέρνει τὸ στῆθος.

37

Καὶ φωνάζει· «Ὦ Παρθένα, ὦ Ψυχοσώστρα!»