Σελίδα:Άπαντα Σολωμού.djvu/208

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
198


ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ

1

«Ἐκειός, ποῦ ἀκούει καὶ τὴ δροσιὰ ποῦ στάει,
»Βλέπει τὰ βάσανά μου, καὶ βογγάει.

2

«Βλέπεις τούτους τοὺς τάφους; κἀμμιὰ μέρα
»Ἐδῶ μέσα καὶ σὺ θὲ νὰ κοιμᾶσαι,
»Ἕως ὅπου ψηλὰ θέλει βουΐσῃ
»Ἡ σάλπιγγα ἡ στερνὴ νὰ σὲ ξυπνήσῃ.»

3

«Καὶ δὲ σ’ εἶδα ποτὲ δάκρυα νὰ χύσῃς,
»Παρὰ λίγη στιγμὴ πρὶν μ’ ἀτιμήσῃς.»

4

«Τρέχω καὶ κάνω ’ς τὸ δεξί της χέρι
»Αἱματώδη σταυρὸ μ’ ἕνα μαχαῖρι.»

5

«Κι’ ὅταν ἀκούω ξένο παιδὶ κοντά μου,
»Μάννα, νὰ λέῃ, μοῦ σχίζεται ἡ καρδιά μου.»

6

«Νὰ γελᾶ, καὶ νὰ κλαίῃ, καὶ νὰ κοιμᾶται.»

7

«Ἀλλὰ πάντα ’ς τὴν ἔρημη τὴν κλίνη,
»Πάντα θανάτοι, δυστυχιαῖς, καὶ θρῆνοι.»

8

«Τραυάω συλλογισμένη ὅλη τὴ μέρα,
»Κ’ ἔπειτ’ ἀπ’ τὸ φαρμακισμένο δεῖπνο,
»Γιομᾶτο μαῦρα ὀνείρατα τὸν ὕπνο.»