Νεκρικοί Διάλογοι/Διογένους και Πολυδεύκους/μετάφραση
Διογένους καὶ Πολυδεύκους / πρωτότυπο Συγγραφέας: Μεταφραστής: Ιωάννης Κονδυλάκης Νεκρικοὶ Διάλογοι/μετάφραση |
Πλούτων κατὰ Μενίππου→ |
Ιωάννης Κονδυλάκης, μετάφρασις, Λουκιανού άπαντα, τόμος δεύτερος, Εν Αθήναις Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη, 1911 [1] |
1. Διογένους και Πολυδεύκους.
ΔΙΟΓ. Άκουσε, Πολυδεύκη, έχω μίαν παραγγελίαν να σου κάμω, άμα θα πας επάνω—και νομίζω πως αύριον είνε η σειρά σου να αναζήσης—αν ίδης πουθενά τον κυνικόν Μένιππον,—δύνασαι δε να τον εύρης εις την Κόρινθον κατά το Κράνειον {10} ή εις το Λύκειον να περιγελά τους φιλονεικούντας μεταξύ των φιλοσόφους — να του 'πης, ότι ο Διογένης, ω Μένιππε, σε καλεί, αν αρκετά εγέλασες με τα εγκόσμια, να έλθης εδώ, όπου έχεις να γελάσης πολύ περισσότερον. Διότι εκεί μεν ο γέλως είνε ακόμη διστακτικός και πολλή η αμφιβολία διά τα μετά θάνατον• εδώ όμως δεν θα παύσης να γελάς με όλη σου την καρδιά, όπως εγώ τώρα και μάλιστα όταν θα βλέπης τους πλουσίους, τους μεγιστάνας και βασιλείς τόσον ταπεινούς και ευτελείς, ώστε μόνον από το κλάψιμον διακρίνονται, και πόσον η ανάμνησις του επάνω κόσμου τους αρρωσταίνει και τους κάνει γελοίους. Αυτά να του 'πης και ακόμη όταν θα έλθη να μη λησμονήση να γεμίση την σακκούλα του λούμπινα και αν εύρη εις τας τριόδους κανένα δείπνον της Εκάτης ή αυγόν καθαρισμού ή άλλο τι τοιούτον. {11}
ΠΟΛ. Θα τα είπω όλα αυτά, Διογένη• αλλά διά να τον γνωρίσω ευκολώτερα, δεν μου λες πώς είνε το εξωτερικόν του;
ΔΙΟΓ. Είνε γέρων φαλακρός και φορεί ένδυμα μυριοτρύπητον, το οποίον είνε ανοικτόν εις κάθε άνεμον και έχει όλων των χρωμάτων τα μπαλώματα. Γελά δε πάντοτε και ως επί το πολύ εμπαίζει τους φαντασμένους εκείνους φιλοσόφους.
ΠΟΛ. Ευκολώτερον θα τον εύρω με αυτά τα χαρακτηριστικά.
ΔΙΟΓ. Θέλεις να σου παραγγείλω κάτι και διά τους ιδίους τους φιλοσόφους;
ΠΟΛ. Μάλιστα, διότι ουδέ τούτο θα μου δώση βάρος.
ΔΙΟΓ. Λοιπόν ειπέ τους εν γένει να παύσουν να φλυαρούν και περί όλων να φιλονεικούν και να φυτεύουν κέρατα {12} εις αλλήλους και κροκοδείλους να κατασκευάζουν και με τοιαύτα αλλόκοτα αινίγματα να εξασκούν τάχα τον νουν.
ΠΟΛ. Αλλά θα 'πουν ότι εγώ είμαι αμαθής και ανάξιος διά να κατακρίνω την σοφίαν των.
ΔΙΟΓ. Και συ να τους 'πης εκ μέρους μου να σκάσουν.
ΠΟΛ. Θα τα 'πω και αυτά.
ΔΙΟΓ. Εις τους πλουσίους δε, αγαπητόν Πολυδεύκιον, να 'πης και τα εξής εκ μέρους μου. Προς τι, ανόητοι, φυλάττετε τον χρυσόν; Διατί δε βασανίζετε τον εαυτόν σας να λογαριάζετε τους τόκους και να σωρεύετε τάλαντα επί ταλάντων, ενώ ένας μόνον οβολός θα σας χρειασθή διά να έλθετε εδώ μετ' ολίγον;
ΠΟΛ. Θα τα 'πω και αυτά προς εκείνους.
ΔΙΟΓ. Αλλά και εις τους ωραίους και δυνατούς να πης, εις τον Μέγιλλον λ. χ. τον Κορίνθιον και τον Δαμόξενον τον παλαιστήν, ότι εδώ ούτε τα ξανθά μαλλιά, ούτε τα λαμπρά ή μαύρα μάτια, ή το ερύθημα του προσώπου υπάρχει πλέον μετά θάνατον, ούτε νεύρα έντονα ή ώμοι δυνατοί, αλλ' όλοι είμεθα μία και η αυτή σκόνη, ως λέγει και η παροιμία, και κρανία γυμνά, από κάθε κάλλος.
ΠΟΛ. Δεν είνε δύσκολον να 'πω και αυτά εις τους ωραίους και ισχυρούς.
ΔΙΟΓ. Και εις τους πτωχούς, ω Λάκων, — διότι πολλοί μεταξύ αυτών είνε οι λυπούμενοι διά την τύχην των και καταρώμενοι την πενίαν — λέγε να μη κλαίουν, ούτε να οδύρωνται και να διηγηθής την ισοτιμίαν η οποία επικρατεί εδώ και ότι εδώ θα ίδουν τους εκεί πλουσίους κατ' ουδέν καλλιτέρους από αυτούς. Και εις τους δικούς σου δε τους Λακεδαιμονίους να 'πης, αν θέλης, εκ μέρους μου και να τους επιπλήξης ότι εχαυνώθησαν.
ΠΟΛ. Ά, μη λες τίποτε περί των Λακεδαιμονίων, Διογένη, διότι δεν θα το ανεχθώ. Όσα όμως παρήγγειλες διά τους άλλους θα τα 'πω.
ΔΙΟΓ. Αφού το θέλεις, ας αφήσωμεν τους Λακεδαιμονίους, αλλά μη παραλείψης να 'πης εις τους άλλους όσα σου παρήγγειλα.