Αισώπου Μύθοι/Έλαφος πηρωθείσα
Αἰσώπου Μῦθοι Ἔλαφος πηρωθεῖσα |
Ἔλαφος πηρωθεῖσα τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν παρεγένετο εἴς τινα αἰγιαλὸν καὶ ἐνταῦθα ἐνέμετο, τὸν μὲν ὁλόκληρον πρὸς τὴν γῆν ἔχουσα καὶ τὴν τῶν κυνηγῶν ἔφοδον παρατηρουμένη, τὸν δὲ πεπηρωμένον πρὸς τὴν θάλασσαν· ἔνθεν γὰρ οὐδένα ὑφωρᾶτο κίνδυνον. Καὶ δή τινες παραπλέοντες ἐκεῖνον τὸν τόπον καὶ θεασάμενοι αὐτὴν κατηυστόχησαν. Καὶ ἐπειδὴ ἐλιποψύχει, εἶπε πρὸς αὑτήν· «Ἀλλ’ ἐγὼ ἀθλία, ἥτις τὴν γῆν ὡς ἐπίβουλον φυλαττομένη πολὺ χαλεπωτέραν ἔσχον τὴν θάλασσαν ἐφ’ ἣν κατέφυγον.»
Οὕτω πολλάκις παρὰ τὴν ἡμετέραν ὑπόληψιν τὰ μὲν χαλεπὰ τῶν πραγμάτων δοκοῦντα εἶναι ὠφέλιμα εὑρίσκεται, τὰ δὲ σωτήρια νομιζόμενα ἐπισφαλῆ.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Ένα ελάφι τραυματίστηκε και έχασε την όραση του ενός ματιού. Αυτό το μονόφθαλμο ελάφι πήγε σε μια ακροθαλασιά και έβοσκε εκεί, το γερό το μάτι το είχε προς τη στεριά, από όπου φοβόταν τους κυνηγούς και τα αρπακτικά ζώα, το τυφλό μάτι το είχε προς τη θάλασσα, απο όπου δέν υποψιαζόταν κίνδυνο. Κάποιοι άνθρωποι με το καράβι τους έπλεαν εκεί κοντά στη στεριά, είδαν το ελάφι, σημάδεψαν με ένα βέλος και το πέτυχαν. Και εκείνο καθώς πέθαινε είπε: «Αλίμονο, απο τη στεριά φοβόμουν, αλλα απο τη θάλασσα βρήκα το χαμό.»
Συνήθως ο εχθρός χτυπάει εκεί όπου δεν υπάρχει προφύλαξη και όχι εκεί όπου περιμένει κανείς.